Σήμερα συνέβη κάτι αξιοσημείωτο που με προβλημάτισε. Μπήκε στο γραφείο μου στη Λευκωσία ένας άγνωστος κύριος, κάθιδρος και ταραγμένος. Μου είπε πως πουλάει κάτι βιβλία. Αμέσως σκέφτηκα «αμάν, πλασιέ ρε γμτ» και όπλισα τα μπουρλότα (κοτζάμ Σραόσα να μην έχω ένα αξεσουάρ;) αλλά του είπα να καθήσει.
Μου είπε πως ετοιμάζει ένα βιβλίο για τα φαρμακευτικά βότανα της Κύπρου. «Έχω φοβερό πρόβλημα με την ορθογραφία, με τα τελικά ‘ν’. Τι να κάνω, σας παρακαλώ βοηθήστε με.» Παρότι έζεχνε από ιδρώτα (διόλου δύσκολο με τους 30 βαθμούς που είχε έξω), φαινότανε μάλλον σοβαρός άνθρωπος και ανέδιδε, συν τοις άλλοις, πραγματική αγωνία για αυτό που με ρώταγε. Αφόπλισα τα μπουρλότα. Έβγαλε και μου έδειξε ένα δακτυλόγραφο δεμένο με σπιράλ, καλοστημένο και με ολοσέλιδες καταχωρίσεις για κάθε βότανο και δύο φωτογραφίες (δικές του) ανά βότανο: ολόκληρο φυτό και άνθος / καρπός. Τα βότανα τα είχε κατανεμημένα σύμφωνα με την τοξικότητά τους: από τα χαμηλής τοξικότητας προς τα υψηλής. Ωραία και στρωτή παρουσίαση, όπως είπα.
«Κοιτάξτε, είμαι εντελώς αναρμόδιος να σας βοηθήσω. Γιατί δεν πάτε το βιβλίο σας σε έναν επιμελητή;» Όντως, καμμία σχέση με τη δουλειά που κάνω, παρότι πέρασα κάποτε κι από τη Φιλοσοφική.
«Και πού θα βρω επιμελητή;»
«Ε, σε κάποιον εκδότη.»
Και μετά συνειδητοποίησα πως δεν έχει (πραγματικούς) εκδότες στη Μεγαλόνησο. Άρα τι να κάνει ο άνθρωπος. Στο μεταξύ με είχε συγκινήσει η αγωνία του να βγει σωστό το βιβλίο από κάθε άποψη, όταν στην Κύπρο, όπως και στην Ελλάδα, σου βγαίνουνε τα μάτια ανάποδα ξεφυλλίζοντας έντυπα ‘πραγματικών’ εκδοτών από λάθη στο στήσιμο, κακές μεταφράσεις, τυπογραφικά λάθη και νεγκλιζέ επιμέλειες…
Του είπα να ρίξω μια ματιά, μήπως και μπορούσα να τον καθησυχάσω. Διάβασα το άρθρο για τον αγάπανθο (μέσης τοξικότητας). Μετά άλλα δύο. Άψογα γραμμένο, περιεκτικό, πληροφοριακό.
«Μα πού είναι το πρόβλημα;»
Μου έδειξε σε ένα άλλο άρθρο ένα χωρίο όπου έγραφε «το γάμο»; Με ρώτησε αν το ‘ν’ χρειάζεται ή όχι. Να μην τα πολυλογώ, του εξήγησα πως όλη αυτή η ιστορία με τα τελικά ‘ν’ είναι μία κατάσταση φέξε μου και γλίστησα και καλύτερα να μην τον αγχώνουν αυτά και να κοιτάξει να του βάλει σωστά τις φωτογραφίες ο εκτυπάνθρωπος, μη γίνει η μπελλαντόνα μαντζουράνα. Ησύχασε κάπως, μου είπε πως ελλέβορος (το βοτάνι των τρελών) δεν υπάρχει στην Κύπρο, πως στο νησί παίζουν πολύ αφρικανικά βότανα και άλλα πολλά. Συζητήσαμε λίγο ακόμα και έφυγε ήρεμος και ήσυχος.
Θα διακατείχε μία αντίστοιχα έντονη γλωσσική ανασφάλεια έναν Κρητικό, έναν Καρδιτσιώτη, έναν Καβαλιώτη, έναν Κομοτηναίο, έναν Καλαματιανό ερασιτέχνη βοτανολόγο; Μάλλον όχι. Λόγω έλλειψης φιλότιμου; Πιθανότατα όχι. Τότε; Τότε πρέπει κανείς να έχει υπ’ όψη του το γλωσσικό κόμπλεξ των ελληνοκύπριων και πώς επιβάλλεται και συντηρείται από τις γλωσσικές πολιτικές του κυπριακού Υπουργείου Παιδείας, σχιζοφρενική η κάθε μία τους. Πολιτικές, λόγου χάρη, που απαγορεύουν δια ροπάλου τη χρήση της διαλέκτου εν ώρα μαθήματος, πολλώ δε μάλλον αποκλείουν τη διδασκαλία και ουσιαστική καλλιέργειά της. Πολιτικές που οδηγούν στον στιγματισμό όσων χρησιμοποιούν τη διάλεκτο δημοσία (εξόν αν είναι παλιάτσοι ή αν κάνουν πλάκα). Πολιτικές ελλαδικής και ντεμοντέ έμπνευσης, με τη διάλεκτο να παίζει τον ρόλο της μαλλιαρής, πολιτικές που ζηλώνουν τη γλωσσική εξαφάνιση και την (εν πολλοίς) διαλεκτική ισοπέδωση που επισυνέβη στην Ελλάδα. Γιατί; Γιατί η διάλεκτος θα «αποκόψει την Κύπρο από το σώμα του ελληνισμού», όπως μου είπε κάποιο μεγάλο καπέλο κάποτε. «Έχετε πάει στα Γιάννενα;» τον ρώτησα. Δεν κατάλαβε.
Η κυπριακή διγλωσσία (δε μιλάω για την εξωτερική πολιτική τους τώρα) δεν είναι πια τόσο μοναδικό και ανεπανάληπτο φαινόμενο, δε διαφέρει π.χ. από της Βαυαρίας, όπου τα βαυαρικά απέχουν από την επίσημη γερμανική σχεδόν όσο η κυπριακή από την κοινή ελληνική. Έχετε υπ’ όψη σας να μην καλλιεργείται η βαυαρική διότι θα αποκόψει τάχα το νότιο κρατίδιο από το σώμα του «γερμανισμού»; Δε χρησιμοποιούν οι Βαυαροί γερμανικά στο(ν) δημόσιο βίο και βαυαρικά στον ιδιωτικό; Η ερώτηση δεν είναι ρητορική, περιμένω αντιδράσεις.