Μουσικές προσφορές (πάρε κόσμε)

Πρώτον, σας ξανανέβασα το Meu Mundo é Hoje, γιατί μου είχατε παραπονεθεί ότι είχατε προβλήματα με το rapidshare. Τώρα θα το βρείτε εδώ.

Δεύτερον, Nina Simone — Feeling Good. Το συγκεκριμένο τραγούδι έχει δύο χρήσεις: όταν είσαι πεσμένος, σε ανεβάζει, ενώ όταν είσαι ανεβασμένος, σε ανεβάζει λιγάκι παραπάνω και σε κάνει να αισθάνεσαι κάπως κοζμικά — έχει και ελαφρές παραισθησιογόνες ιδιότητες αλλά είναι νόμιμο.

Τρίτον, ένα από τα λιγότερο γνωστά έργα του Μπετόβεν, η Φαντασία σε ντο ελάσσονα για πιάνο, ορχήστρα και χορωδία, είναι ένα από τα αγαπημένα μου κομμάτια (πληροφορίες εδώ).

Αντίο μπαζ

Άι σιχτίρ και με το μπαζ σας και με τα Ούρουκ-Χάι του (εξελιγμένα τρολλ) που τριγυρνάν εκεί μέσα και προσβάλλουνε κόσμο (όταν δεν κάνουν υπεροπτικά τάχα μου χαριτολογήματα).

Έχει και η υπομονή μου όρια. Άμα ήμουνα μαζόχα και ήθελα να με βρίζουνε, υπάρχουνε κι άλλοι τρόποι.

Μέρος του ευ ζην

Η πρώτη μου πραγματική επαφή με τον ορθό λόγο σαν σύστημα κατανόησης του κόσμου και οργάνωσης του δημόσιου βίου ήρθε στο πανεπιστήμιο. Αυτό μας λέει κάτι για το σχολείο, κάτι δυσάρεστο. Η επαφή αυτή συνέπεσε με τη συνάντησή μου με πέντε δασκάλους μου.

Η Πέπη Ρηγοπούλου μού έμαθε στο πρώτο έτος να βλέπω την τέχνη και τον κόσμο γύρω μου. Αντί να μας φουσκώσει τα μυαλά με Σημειολογία και άλλες παρόμοιες σολωμονικές, μάς έδινε αινίγματα, προβλήματα, κοάν, μικρές ιστορίες (από αυτήν λ.χ. πρωτοκατανόησα τον φαύλο κύκλο της Επανάστασης, όταν μας μίλησε για το Μύνστερ). Θα ήθελα πάρα πολύ να ξαναεπικοινωνήσω μαζί της.

Ο Γιώργης Γιατρομανωλάκης μού έμαθε πως ακόμα και σε κάτι τόσο, τόσο, τι να πω, ας πω αυθαίρετο, όπως η κλασσική φιλολογία, υπάρχει τεράστια βιβλιογραφία κι ότι δεν μπορεί ο πασαένας να λέει με στόμφο ό,τι του έρχεται στην γκλάβα. Η κλασσική φιλολογία δεν ήτανε λοιπόν αυθαίρετη αρχαιοπληξία, η αυθαιρεσία βρισκόταν σε μερικούς έλληνες θεράποντές της. Ο Γιατρομανωλάκης, κάνοντάς με λιγάκι ρόμπα (ρωτήστε να σας πω) μου έμαθε επίσης τι είναι κάθαρση, το δε μάθημά του ήτανε πάντα θεαματικό: έτσι, ποτέ δε με εντυπωσίασαν οι αμερικάνοι σώουμεν της γνώσης, αφού ήδη είχα πέσει στη μαρμίτα του Γιατρομανωλάκη.

Ο Ι. Θ. Παπαδημητρίου, καθόλου σώουμαν αυτός, μου έμαθε να σέβομαι την έρευνα στις κλασσικές σπουδές ακόμα βαθύτερα. Μας έφερε κοντά στα σπαράγματα χειρογράφων και στα ανακριβή παραθέματα κάθε Αθήναιου, Διόδωρου Σικελιώτη και Στοβαίου που συνθέτουν την κουρελού των σωζόμενων κειμένων. Απομυθοποίησε τον αρχαίο ποιητή και το ποίημα εν μέρει γιατί μας έμαθε να κάνουμε κριτική έκδοση: κειμένων, ιδεών, απόψεων. Αν το μόττο εδώ είναι Νάφε και μέμνασο απιστείν οφείλεται κατά κάποιον τρόπο στον Παπαδημητρίου.

Η Άννα Τζούμα με οδήγησε σε κρίση στο δεύτερο έτος: μαρξίστρια νεομπαχτινική (αλλά και αστρολόγος — αχ η ανθρώπινη φύση…), φορμαλίστρια αφηγηματολόγος, ανατίναξε μέσα σε περίπου σαράντα λεπτά ολόκληρο το μαγιλίκι και το ψάρωμα περί τη λογοτεχνία που ένα παιδί γραμματιζούμενο είκοσι ετών κουβαλάει στο κεφάλι του: «μην περνάτε την εξακτίνωση των νοημάτων, την πολυσημία, για μεταφυσική». Έτσι ξανάπιασα να βρω το γήτεμα της λογοτεχνίας ξανά από την αρχή, κυρίως διαβάζοντας Σολωμό.

Ο Γεράσιμος Χρυσάφης μού έμαθε ότι ο πανεπιστημιακός δάσκαλος είναι άνθρωπος: ούτε τοτέμ, ούτε μορμολύκειο, ούτε στάρετς Ζωσιμάς, ούτε — βεβαίως — αυθεντία (χάχαχαχαχαχαααααααααα). Απλώς, καμμιά φορά, είναι νηφάλιος και με χιούμορ, ξέρει και πέντε πράματα παραπάνω που είναι αφοσιωμένος στο να σου τα περάσει. Όπως εκείνος, δηλαδή.

Τους ευχαριστώ όλους, φυσικά.