
Ο Αντώνης εδώ και πολλές μέρες γράφει κατά της διαρκούς συγκέντρωσης στο Σύνταγμα. Έχει επιχειρηματολογήσει εναντίον της από διάφορες σκοπιές. Χτες (για πρώτη φορά, αν δεν κάνω λάθος, αφού δεν προλαβαίνω να τον παρακολουθώ συστηματικά) επικαλέστηκε το επιχείρημα που συνοψίζεται στο ότι «το κίνημα είναι κυρίαρχα και εμφαντικά μικροαστικού χαρακτήρα«.
Από πολιτικές επιστήμες δεν ξέρω τιποτα. Από κοινωνικές επιστήμες δεν ξέρω περισσότερα από όσα ένας (τσακαλάτος) πτυχιούχος συναφούς Σχολής. Επίσης αντιλαμβάνομαι ότι η κριτική του Αντώνη ωρίμασε (δεν ξέρω πότε, δεν κατάλαβα πώς) στην υιοθέτηση μιας ορθόδοξης (ανόθευτης, αν θέλετε) μαρξιστικής-λενινιστικής σκοπιάς, οπότε — όπως λέει κι ο ίδιος — αν δε συμμερίζεται κάποιος αυτή τη σκοπιά, τότε η διαφωνία μαζί του είναι «κουβέντα να γίνεται».
Οπότε η κριτική μου έχει τους εξαρχής περιορισμούς της: θεωρητικά δε σκαμπάζω και δεν μπορώ να διαφωνήσω επί της αρχής. Ούτε μπορώ να επικαλεστώ τον κοινό νου: αφενός γιατί προκαταβολικά ο Αντώνης θεωρεί την επίκλησή του ως ακκισμό των προσηλύτων της αστικής ιδεολογίας ή των ντεκαφεϊνέ αριστερών, αφετέρου γιατί όντως ο κοινός νους μπορεί να είναι απλώς το προσωπείο της ιδεολογίας και γιατί η επίκληση του ορθού λόγου είναι δύσκολη και πονεμένη ιστορία στην Ελλάδα της αγυρτείας και του τσαμπουκλίδικου αντιορθολογισμού.
Ας πω λοιπόν τα εξής μόνο: αυτό που γίνεται στο Σύνταγμα δεν έχει ξαναγίνει. Είναι πρωτόγνωρο αλλά και πολύ αλλόκοτο, και μάλιστα στην Ελλάδα όπου η Αστυνομία ξύνεται για να δείρει και να προκαλέσει επεισόδια (που θα δικαιώσουν τον τρόπο που λειτουργεί κτλ. κτλ. κτλ.). Ναι, η διαρκής σύναξη στο Σύνταγμα δεν έχει στόχους και προοπτικές, αλλά προϋποθέτει πολιτική ωριμότητα και συνειδητοποίηση οι οποίες δε μας έχουνε δώσει δείγματα ύπαρξης από το 1973 και μετά. Με άλλα λόγια, όπως η βία του Δεκέμβρη του ’08 έδειξε ότι μπορούνε και κανονικοί άνθρωποι (εντάξει, νέοι) να βγούνε στους δρόμους, έτσι η διαρκής συγκέντρωση στο Σύνταγμα δείχνει ότι μπορούν ενδιαφέροντα πράγματα να γίνουν άπαξ και ξεκινήσει κάποια συζήτηση με διάθεση περιφρούρησης του διαλόγου (πράγμα ανήκουστο όσων χρονών είμαι, κι αν έχετε πάει σε συνέλευση ως φοιτητές ή ως συνδικαλιστές, καταλαβαίνετε). Τι πράγματα; Θα δείξει, όπως θα έλεγε ο Αντώνης. Το φαινόμενο των συνάξεων με τις ενσαρκώσεις του (Τυνησία, Ταχρίρ, Μανάμα, Ισπανία, Σύνταγμα) είναι φαινόμενο της δεκαετίας του ’10. Του 21ου αιώνα. Ο ίδιος ο Αντώνης το αποκαλεί «κίνημα». Υπάρχει ένα φαινόμενο, με ιδιαίτερα και ίσως καινοφανή χαρακτηριστικά, που αναζητά ερμηνεία, όχι να ξεγραφτεί a priori.
Κι εδώ θλίβομαι με την οιονεί τύφλωση που επιφέρει η σφοδρή επιθυμία για ριζικά μαρξιστικές-λενινιστικές ερμηνείες πολιτικών φαινομένων του 2011, και δη στην Ελλάδα. Αλλά όχι, δεν πρόκειται για τύφλωση, παρά για ανάλογο με αυτό που παθαίνουν οι backpackers-λετσοτουρίστες: φορτωμένοι με τριαντάκιλα σαμάρια στην πλάτη, αναγκάζονται να περπατούν, υπό το βάρος αυτής της αποσκευής, κάπως σκυφτοί και να κοιτάνε κάτω και πολύ κοντά τους. Έχουν άριστη εποπτεία του οδοστρώματος, αρκετή εποπτεία του οπτικού πεδίου μπροστά τους ώστε να αποφύγουν κάποιο όχημα που έρχεται κατά πάνω τους αλλά, αν ο σκοπός τους είναι να δούνε το τοπίο και τον κόσμο γύρω τους (και φορτώθηκαν την αποσκευή ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο), όλως παραδόξως η αποσκευή, το σαμάρι, τελικά τους εμποδίζει να τα δούνε. Ικανοποιούνται ωστόσο που κοιτάνε μπροστά, έστω κι όχι μακριά, κι ότι ξέρουν πού πατάνε.
Αφήνοντας κατά μέρος τη φαρμακεία των μεταφορών: ναι, μικροαστική είναι η συγκέντρωση, το κίνημα είναι κίνημα μικροαστών. Υπάρχει αστική τάξη στην Ελλάδα; Ίσως η κυρία Μπίστικα και οι φίλες της. Υπάρχουνε (μη μετανάστες) προλετάριοι στην Ελλάδα; Ελάτε τώρα: μόλις τώρα, χάριτι Παπανδρέου, πρόκειται να (ξανα)αποκτήσουμε Έλληνες που δε θα έχουνε τίποτε παρά τα χέρια τους. Τι να ήτανε λοιπόν η συγκέντρωση, Αντώνη; Εργατική; Στην Ελλάδα του 2011 οι περισσότεροι εργάτες έχουν έγγεια ιδιοκτησία (κι από αυτό θα μας απαλλάξει το ΔΝΤ, βεβαίως).
Και γιατί να δω αξιολογικά, απαξιωτικά δηλαδή, την αναλυτική κατηγορία «μικροαστικός»; Μια μικροαστική συγκέντρωση ειρηνική, δε γίνεται ενδεχομένως να εξελιχθεί σε βάθος χρόνου στο δικό μας 1905 (για να μιλήσω με λενινιστική εικονογραφία, όσο κατέχω), σε πηγή ζυμώσεων, πολιτικών εμπειριών και λύσεων ίσως; Μπορεί ναι, μπορεί όχι. Δεν αποτελεί δείκτη ουσιαστικής πολιτικής ζύμωσης, πραγματικής πολιτικής συμμετοχής, έξω από τις παρατάξεις σούπερ-μάρκετ;
Δε θέλω να ανοίξω συζήτηση, δεν μπορώ να ανοίξω συζήτηση, γιατί δε σκαμπάζω κι είμαι σίγουρος ότι κάπου κάτι έχει πει ο Μαρξ ή και ο καλός μας Τρότσκι για το ζήτημα, κάτι που οπωσδήποτε έπεισε «τις μάζες» το 1917-1922. Αλλά ακόμα και σαν παιδί αγρότισσας και εργάτη που ανατράφηκε με τα ιδανικά ενός μικροαστισμού που κοιτούσε προς την απέραντη Μεσαία Τάξη του 90% (των κοινωνικών φαντασιώσεών μας), δικαιούμαι να διατυπώνω αφελείς απορίες.