I.
Υπάρχει κάτι που δεν είναι αυτό που νομίζεις. Υπάρχει κάτι κρυμμένο από τη ματιά σου και που μισοφανερώνεται σε άλλους σαν τη στρεβλή αντανάκλαση παγόβουνου που διαθλασμένη καθρεφτίζεται ανάποδα στην επιφάνειά σου. Υπάρχει κάτι άλλο που λέγεται «κατά βάθος» και είναι εσύ και εσύ είσαι αυτό το «κατά βάθος», αυτό είσαι εσύ και όχι όσα λες πως νομίζεις ότι είσαι.
Αλλά οι άνθρωποι δεν είμαστε παγόβουνα υποκύανου πάγου να πλέουμε σιωπηλά μέχρι να μας καταπιεί γλύφοντάς μας το αλμυρό νερό, να αστράφτουμε σαν πλωτά νησιά άλατος στον ήλιο. Είμαστε κάτι άλλο. Είμαστε καλειδοσκοπικά και πολύεδρα κρύσταλλα που μετεωρίζονται στον αιθέρα, μέχρι να μας κάνει θρύψαλα ο κάθε θάνατος, η βολίδα που θα έρθει λαμπρή από το νεκρό και αχανές διάστημα με τη στιγμιαία φλόγα της. Κι αυτό που φαίνεται, η επιφάνεια, είναι αυτή που είναι γιατί το βάθος μας είναι έτσι και όχι αλλιώς. Γιατί η γωνία μεταξύ των επιφανειών μας και η γωνία πρόσπτωσης του φωτός μάς φωτίζει από μέσα προς τα έξω και μας ερμηνεύει από έξω προς τα μέσα. Κι είμαστε τα καλειδοσκόπια που είμαστε τότε και όχι πριν (και μάλλον όχι μετά), τα πολύεδρα κρύσταλλα που μετεωρίζονται στον αιθέρα. Κρύσταλλα που οι όψεις τους μοιάζουν απ΄’ έξω σαν μια ασύμμετρη επιφάνεια όλο ιριδισμούς και χρώματα φευγαλέα.
ΙΙ.
Η πιο γνήσια πηγή της πολιτικής είναι η αγωνία για ζωή, η ενσυναισθητική ανάγκη να μην παραμένει η ζωή και η χαρά της ζωής κτήμα λίγων. Από αυτήν την άποψη, το pursuit of happiness της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ συμπυκνώνει μια αλήθεια που ξεπερνάει τις τελικά μίζερες προθέσεις των συντακτών της.
III.
Το 2010 ήρθε πριν το 2001: όταν ήμουν δέκα χρονών, μια φίλη της μάνας μου μου έφερε δώρο το 2010 του Άρθουρ Κλαρκ. Το διάβασα λίγο μετά. Θυμάμαι ότι μου έκαναν εντύπωση τρία πράγματα: η τροχιακή πυρηνική κεφαλή του Βατικανού (όπως σας το λέω), ότι ο Δίας μετατρέπεται σε έναν μικρό ήλιο στο τέλος του βιβλίου με το όνομα Εωσφόρος και το σημείο Λαγκράνζ.
Το σημείο Λαγκράνζ είναι το σημείο μεταξύ δύο μεγάλων σωμάτων όπου η βαρύτητά τους αλληλοεξουδετερώνεται. Ένα τρίτο και πολύ μικρότερο σώμα που βρίσκεται σε σημείο Λαγκράνζ είναι δεμένο σε σταθερή τροχιά σε σχέση με τα δύο μεγάλα σώματα. Το σημείο Λαγκράνζ δεν είναι διαλεκτικό, είναι κάτι πέρα και από τη διαλεκτική.
IV.
Το νόημα του κουλ σχεδόν ανάγεται εξολοκλήρου στην αγωνία για πρωτοτυπία. Και μάλιστα για πρωτοτυπία ουσίας, που δεν υπάρχει, αφού τα όρια της ανθρώπινας εμπειρίας είναι περιγεγραμμένα από την ανθρώπινη φύση (περιγεγραμμένα, όχι περιορισμένα). Το κουλ θέλει να μας πείσει ότι φέρνει το καινούργιο καινούργιο, το «ολοκαίνουργιο», είτε πρόκειται για τατουαζοθύελλα που σε κάνει σαν εμπριμέ ταπετσαρία, είτε για παντελόνια καμπάνα, είτε για μαύρα κραγιόν.
Από αυτή την άποψη, το μόνο πραγματικά κουλ είναι ό,τι προέρχεται από τεχνικά και τεχνολογικά επιτεύγματα, εκεί ακριβώς όπου δημιουργούνται εκ του μηδενός καινούργια πράγματα: το πρώτο σπίτι με στέγη ή ο σιδηρόδρομος ήτανε κουλ, το ραδιόφωνο, το νάυλον και το αεροπορικό ταξίδι επίσης. Και αυτά για όσο είναι πραγματικά καινούργια. Πάντως τα ντυσίματα, τα μουσικά στυλ, οι συμπεριφορές (ιδίως αυτές!) ποτέ δεν θα μπορέσουν να είναι αληθινά κουλ, μόνο μόδες.
V.
VI.
Είναι τέχνη να μην νομίζεις ότι έχεις πάντα δίκιο. Όχι αρετή, τέχνη. Πρέπει πρώτα να κατανοήσεις ότι η απόλυτη συνέπεια υπάρχει μόνο στο έργο σκοτεινών Γερμανών ή, έστω, ότι επιτυγχάνεται με τεράστιο κόστος: το κόστος αυτό είναι η αποκόλληση από την εμπειρία, αποκόλληση όχι ως αφαίρεση (γιατί καμμιά ερμηνεία δεν είναι εφικτή χωρίς αφαίρεση), παρά ως εγκλωβισμός στο κομψό και συνεπές σύστημα που έχεις χτίσει. Δεύτερον, πρέπει να κοιτάζεις λίγο τα πράγματα από τη σκοπιά που δεν είναι η δική σου (όχι απαραίτητα από την «αντίθετη» σκοπιά: μανιχαϊστικές αντιθέσεις υπάρχουν κυρίως στην ανθρώπινη νόηση και όχι παραέξω), αλλά με ειλικρίνεια: πρέπει να μπορείς να μπεις ολόψυχα στην άλλη σκοπιά, όχι να το κάνεις κουτσά-στραβά για να την απορρίψεις εν είδει αχυρανθρώπου. Τρίτον, μπορεί να είσαι μάγκας, αλλά το σύμπαν είναι πιο μαγκίτικο από εσένα — στάνταρ.
Αυτά τα λέει άνθρωπος που δημοσίευσε το 2005 κατα της θεωρίας Α, την οποία χρησιμοποίησε το 2011 σε άλλη δημοσίευση για να ερμηνεύσει παρόμοια δεδομένα, οπότε ίσως να μεροληπτώ.
VII.
The intensity of the human gaze is the result of the intentionality behind it, of the human ability to entertain possible worlds.
VIII.
IX.