
Μπαίνοντας στο 2021 ήμουν περιτριγυρισμένος από μια μικρή ομάδα φίλων. Για κάποιους από αυτούς το «φίλος» ήταν μια τιμητική διάκριση που είχαν κερδίσει με την παρουσία τους στη ζωή μου επί χρόνια ή και δεκαετίες, στην περίπτωση άλλων το «φίλος» ήταν τίτλος που ήθελαν να τους αποδίδω.
Το σύστημα αυτό με το μικρό κι ευέλικτο σχήμα φίλων λειτουργούσε κάπως έτσι για πάνω από 35 χρόνια. Λίγοι φίλοι και καλοί, στενοί φίλοι κι έμπιστοι αλλά όχι απαραίτητα σε τακτική επικοινωνία. Όταν λέμε «έμπιστοι», εννοούμε δεν φαντάζεστε. Άλλωστε, όπως λένε κι οι νεότεροι στο τάμπλερ, «υπάρχουν άνθρωποι που μπορεί να κάνεις μήνες ή χρόνια να τους δεις, αλλά άμα βρεθείτε είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα».
Το 2021 ήταν λοιπόν η χρονιά που το σύστημα κατέρρευσε θεαματικά, παραχωρώντας μου ποιητική άδεια σχετικά με το κατά πόσο όσα διαδραματίζονται εντός ενός εσωστρεφούς ανθρώπου μπορούν να είναι «θεαματικά».
Πώς και γιατί; Ας ξεκινήσω με αυτά που έγραφα πέρσι το καλοκαίρι:
Κάποιοι διαλέγουν τους φίλους τους και αναθεωρούν τους καταλόγους των φίλων τους με βάση τις κατ’ αυτούς αρετές τους. Μόνον οι ενάρετοι μπορούν να συμμετέχουν στις βίβλους της ζωής. Γι’ αυτούς το φίλος είναι αξιολογική κρίση και μόνο.
Κάποιοι θα στηρίξουν τους φίλους τους ό,τι κι αν κάνουν, όποιοι κι αν είναι ― περίπου όπως οι πατριώτες την πατρίδα. Γι’ αυτούς το φίλος είναι κυρίως μεταφυσική κατηγορία.
Κάποιοι δεν ξέρουμε και το ψάχνουμε και θα το ψάχνουμε. Σαφώς και πάντοτε φιλτέρα η αλήθεια, αλλά ο φίλος θα παραμείνει φίλος. Αν όμως το ζήτημα δεν είναι μόνον η αλήθεια κι ο φίλος προκύψει καθήκι ή (χειρότερα) και ψεύτης και καθήκι, ε εκεί στου πηγαδιού τον πάτο του Δάντη· και ζωή σ’ εμάς.
Τα γεγονότα καθαυτά δεν έχουν ενδιαφέρον πέραν του κουτσομπολίστικου: αποκαλύφθηκε πως ένας με είχε φλομώσει στο ψέμα σχετικά με το ποιόν του εκθέτοντάς με σε καλοθελητές και υπερπρόθυμους τιμητές των ΜΚΔ· ένας άλλος με αφορμή το περιστατικό αυτό αποφάσισε να με κρεμάσει στεγνά στα μανταλάκια για δικούς του μάλλον προφανείς λόγους (αν και μου επιτρέπεται να κάνω υποθέσεις)· ένας τρίτος αποφάσισε για πολλοστή φορά ότι μπορεί να με βρίζει χωρίς συνέπειες (όπως δηλαδή έχει περάσει μεγάλο μέρος της ζωής του) και χωρίς καν μια συγγνώμη, μάλιστα χοντραίνοντάς το αργότερα· ένας τέταρτος αποφάσισε να μου κουνήσει δάχτυλο για πολλοστή φορά μέσα σε τριάντα χρόνια δημοσία (διότι τα ίνμποξ είναι μόνο για καυλάντα με γκόμενες, n’est-ce pas?)· ο τελευταίος μού σύστησε να κάνω ψυχοθεραπεία (δύο χρόνια αφού την ξεκίνησα), ενδεχομένως βιώνοντας τις κατακλυσμικές επιπτώσεις στον βίο και στην προσωπικότητά του της αποτυχίας του να σταθεί ο ίδιος μέσα σε μια τέτοια διαδικασία.
Κάποιοι άλλοι λιγότερο κοντινοί μαλακίστηκαν, όμως κάτι τέτοια είναι business as usual.
Αυτές οι πέντε περιπτώσεις μαζεμένες με έβαλαν σε σκέψεις. Δεν είμαι συγκρουσιακός με τους κοντινούς μου ανθρώπους, ίσα ίσα· γενικά δεν είμαι συνηθισμένος σε επικές αντεγκλήσεις, ούτε ξέρω από μελοδραματικές επιλύσεις δακρύβρεχτων συγκρούσεων. Με αρρωσταίνουν οι καβγάδες. Ζούσα για χρόνια στη φρεναπάτη ότι όλα λύνονται με κουβέντα αφού όλοι είμαστε καλόπιστοι κατά βάθος. Μαλάκας ήμουν, που δεν μπορούσα ενσυναισθητικά να πιάσω το βάθος του τραύματος ή της μαλακίας ή και της κακότητας κάποιων ανθρώπων ― εγώ, που ποτέ δεν ήμουν οπαδός της καλοσύνης και των αποστρογγυλέμενων συμπεριφορών.
Στην αρχή λοιπόν σκεφτόμουν ότι ήμουν τυχερός που αυτό το απίστευτο κάζο μού συνέβη αφού είχα ξεκινήσει ψυχοθεραπεία, δεδομένου ότι αν είχε συμβεί πιο πριν θα είχα καταλήξει στο ακράδαντο συμπέρασμα πως πέντε απώλειες μέσα σε τέσσερις μήνες είναι έργο ξέρω γω του θηριώδους εγωισμού μου ή κάποιας βαθειάς συναισθηματικής αναπηρίας μου.
Μετά σκέφτηκα ότι κατάφερα να ξεκόψω αυτούς τους πέντε ανθρώπους ακριβώς επειδή πλέον έκανα ψυχοθεραπεία κι ήμουνα σε θέση να δω τους χειρισμούς τους: άλλος εκμεταλλευόμενος τη νευρωσική μου ανάγκη να φταίω πάντα εγώ, άλλος πλασάροντας τον εαυτό του ως εκείνον που θέλει να στηριχτεί πάνω μου, άλλος προσπαθώντας να μου υπενθυμίζει πόσο μπροστά είναι κ.ο.κ.
Από την άλλη, σε κανένα από αυτά τα πέντε χι που έριξα ― κάποια ανυπολόγιστα πιο επώδυνα από άλλα ― δεν αισθάνομαι ότι π.χ. «έκοψα γέφυρες» και τα τοιαύτα. Για μένα είναι σαφές ότι όποιος θέλει να μου μιλήσει αναγνωρίζοντας ότι ούτε καρδινάλιος, ούτε πνευματικός, αλλά ούτε παραγιός υπήρξα ποτέ (και δεν σκοπεύω να γίνω) θα βρει την πόρτα ανοιχτή.
Το ερώτημα βεβαίως είναι αν βρίσκεται κανείς τους σε θέση να αντιληφθεί τι (του) συμβαίνει. Αυτό το ερώτημα ακριβώς, δηλαδή «τι (μου) συμβαίνει», με οδήγησε να πηγαίνω να τα σκάω στην ψι αντί να τρώω σε τζιν και καμπαρέ και μεταξωτές γραβάτες (ναι είναι σκάνδαλο πόσο περιορισμένη είναι η πρόσβαση στη φροντίδα της ψυχικής υγείας).
Για να μη μακρηγορώ άλλο, ναι, γαμήσι το 2021 αλλά τελικά και με την καλή έννοια.