Κενό βάθρο

Not quite the monument

Τα κενοτάφια και τα κάθε λογής κενά μνημεία είναι σύμβολα πολύ πιο κραταιά από μαυσωλεία με κοκαλάκια εντός.

Ο Άγνωστος Στρατιώτης στο Σύνταγμα, η περικλεής αλλά και περίκλεια (λόγω του Επιταφίου) εκδοχή του γαλλικού στρατιωτικού κενοταφίου, συνοψίζει αυτό που θέλουμε να σκεφτόμαστε για την Ελλάδα: ότι είναι μια πατρίδα βγαλμένη από τα ιερά κι αφανή πια κόκαλα ανώνυμων στρατιωτών που πολέμησαν για την ελευθερία της (και στην Ουκρανία και στην Κορέα κι αλλού). Αρμόζει στην καθεστωτική Πλατεία Συντάγματος ένα μνημείο με τέτοιο ρόλο.

Ίσως λοιπόν στην επόμενη πολυδάπανη κι υπερφίαλη παρέμβαση στην Πλατεία Ομονοίας να πρέπει να στηθεί ένα εξίσου υπαινικτικό μνημείο, ένα κενό βάθρο. Αντίθετα με το κενό Τέταρτο Βάθρο της Πλατείας Τραφάλγκαρ όμως, δεν θα φιλοξενεί έργα τέχνης για λίγο, παρά θα είναι κενό στο διηνεκές.

Αρμόζει ένα τέτοιο μνημείο στην Πλατεία Ομονοίας, την καθόλου καθεστωτική, τη βρώμικη και πορνική, την ατίθαση και λαϊκή με τη σημασία του «λαϊκού» που απεχθάνεται κάθε φραγκοφορεμένος κοτζαμπάσης και λεβαντίνος αγύρτης από το 1832 και μετά.

Το κενό βάθρο θα είναι κενό γιατί πάνω του δεν θα ιδρυθεί ανδριάντας αλλά

θα στέκει κενό κάθε θύμα από τη σφαγή της Χίου ή από τη σφαγή της Τριπολιτσάς ή από τη σφαγή του Κιλκίς ή από τη σφαγή της Σρεμπρενίτσας, από κάθε σφαγή μας που μόνον ως θρίαμβο ή ως τραγωδία θέλουμε να αντιλαμβανόμαστε, όταν βεβαίως δεν αρνούμαστε την ύπαρξή της·

θα δεσπόζει διά της απουσίας κάθε πρόσφυγας και κάθε προσφύγισσα της Επανάστασης, των Βαλκανικών, της Μικρασίας, του Εμφυλίου, ίσως και οι μετανάστες του σκοτεινού κι όλο πέτρες ’50 και ’60 αλλά και του παρόντος αιώνος·

θα αντικρύζει ως αόρατο τα λαμπρά σιντριβάνια και τα ξενοδοχεία, άδεια και μη, κάθε έκθετο και εξαθλιωμένο και κακοποιημένο βρέφος και παιδί, κάθε ψυχοκόρη και κάθε εξανδραποδισμένη και παντρεμένη με το στανιό και ξυλοκοπημένη και σφαγμένη γυναίκα μιας κοινωνίας που ενατένιζε τα ωραία και τα μεγάλα και τα υψηλά, τα συλλογικά μάρμαρα και τις λαμπρότητες του παρελθόντος της και την αγιότητα του λαού της, παραγνωρίζοντας όσες γυάλιζαν τους στύλους της οικογενείας και όσες έλιωσαν μεριμνώντας, φροντίζοντας, υπηρετώντας ― όταν δεν τις άρπαζαν από το μαλλί να τις βάλουν στη θέση τους ή σε καναν τάφο·

θα τιμάται κάθε εργάτης που έπεσε από σκαλωσιά ή πλακώθηκε από μηχανήματα ή τον πήρε σβάρνα κάποια αμμοβολή, κάθε Αλβανός που μάζευε ελιές κι απελαυνόταν αντί πληρωμής ή που έχτισε τα μεγάλα έργα της ισχυρής Ελλάδας και άψογες ξερολιθιές στα ημιθανή χωριά της και στις επιχορηγούμενες κωμοπόλεις της, κάθε Ασιάτης στις φράουλες, και όλοι όσοι κι όλες όσες ξεχνάω τώρα ή έχουμε ξεχάσει, κάθε υποσιτισμένος των αναγκαίων μνημονίων και κάθε δηλητηριασμένος και καμένος από αυτοσχέδιες σόμπες·

θα καμαρώνουν οι Πόντιοι που ήρθαν με το Χρυσόμαλλο Δέρας και μετά για μια νέα ζωή και βρέθηκαν στην άκρη των πόλεων και σε κάθε λογής χωματερή·

θα βρουν ως κενές εικόνες μια θέση κενή αλλά τουλάχιστον περίοπτη οι φυλακισμένοι που πέθαναν από κακοφορμισμένο απόστημα στο δόντι ή από ξύλο, που αυτοκτόνησαν ή που τους αυτοκτόνησαν·

θα στέκουν αοράτως, ακομβίωτοι κι ημιανάπαυση όσοι τίναξαν τα μυαλά τους στον αέρα γιατί δεν το σήκωναν το φανταριλίκι, όλοι οι τραυματίες της θητείας κι οι ανάπηροι πολέμου εν καιρώ ειρήνης·

θα ποζάρουν επιβλητικά και αιώνια οι ξυλοδαρμένοι γκέι και κάτι σκοτωμένα αγόρια, οι τσουβαλιασμένες και χλευασμένες τρανς, όλες οι κακοποιημένες και ξυλοκοπημένες πόρνες, οι διαπομπευμένες οροθετικές του Λοβέρδου, ο Ζακ / Ζάκι και οι χιλιάδες Ζακ για τους οποίους δεν ξέρουμε τίποτα ― κάθε ψυχή που απείλησε την αρρενωπότητα του Έλληνα και την ιερότητα της τυραννικής ελληνικής οικογένειας·

θα απαθανατίζονται οι Εβραίοι που γύρισαν από το Άουσβιτς σε καταπατημένα σπίτια κι εκείνοι που δεν γύρισαν, οι νεκροί πρόσφυγες και μετανάστες του Έβρου και του Αιγαίου στον βωμό του Fortress Europe και του ύστερου νεοελληνικού ρατσισμού και όσοι εγκλείστηκαν και σάπισαν σε ανοιχτά και σε κλειστά στρατόπεδα συγκέντρωσης·

θα βρουν ίσως μια θέση οι Βλάχοι κι οι Σλαβομακεδόνες κι οι Αρβανίτες που απαρνήθηκαν τη γλώσσα τους αφού ήπιαν ρετσινόλαδο ή και όχι, οι Πομάκοι της Θράκης που μετά έγιναν Τούρκοι και μετά έγιναν Πομάκοι, αλλά στην πραγματικότητα Τουρκόγυφτοι ήταν και πάντως Μουσουλμάνοι κατά τη συνθήκη της Λωζάννης και ζούσαν είτε πίσω από μπάρες μέσα σε κλοιούς είτε στο γκέτο στο Γκάζι μέχρι που ξεσπιτώθηκαν για να χτιστεί μνημειακός σταθμός του μετρό.

Για να μη μακρηγορώ, όπως ο Άγνωστος Στρατιώτης μνημονεύει όσους πέθαναν για την Ελλάδα, ένα κενό βάθρο στην Ομόνοια θα είναι το βουβό ηρώο για εκείνους κι εκείνες που τους πέθανε και τις πέθανε η Ελλάδα.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s