Πώς να καταστρέψετε τον γάμο σας

Πίνακας του Philip Pearlstein

Απλές συμβουλές για όλους. Απευθύνονται κυρίως σε άντρες που συμβιώνουν με γυναίκα με την οποία έχουνε σχέση για πάνω από 1-2 χρόνια (δείτε κι αυτό).

  • Παραστήστε τον pater familias που όλα τα ελέγχει κι έχει λόγο για όλα και κάνει κουμάντο ενώ δεν έχετε πάρα πολλά λεφτά: καμμιά δεν θέλει να είναι ορντινάντζα σας αν δεν είστε πάρα πολύ πλούσιος.
  • Κάντε τον ψυχολόγο της γυναίκας σας. Όταν θα χωρίσετε, γιατί θα χωρίσετε, θα χωρίσετε με τρόπο αμίμητα φρικτό. Στο μεταξύ θα έχετε κάνει αρκετό gaslighting για μια ζωή.
  • Αφήστε τη γυναίκα να γίνει η ψυχολόγος-μάνα σας (έτσι παν αυτά). Όταν θα χωρίσετε, γιατί θα χωρίσετε, θα χωρίσετε με τρόπο αμίμητα φρικτό.
  • Μπείτε στη λογική να φτιάξετε τη ζωή σας με βάση ποιο είναι το σωστό και το πρέπον ή ακολουθώντας τι λεν και τι θεν οι άλλοι. Στο τέλος θα γίνετε εσείς οι άλλοι και θα ψάχνετε να βρείτε ποιοι είστε εσείς ή που πήγαν τα καλύτερά σας χρόνια κτλ.
  • Οχυρώστε τη σχέση πίσω από τα παιδιά σας. Διότι τα παιδιά είναι άριστη ανθρώπινη ασπίδα.
  • Βάλτε τη σχέση σας στον αυτόματο πιλότο: μέρα μπαίνει-μέρα βγαίνει και πήδημα μπες-βγες κάθε δεύτερο Σάββατο. Άλλωστε γι’ αυτό δεν παντρευτήκατε;
  • Εναγκαλιστείτε την απόλυτη ειλικρίνεια. Δεν έχουνε σημασία τα συναισθήματα και οι ευαισθησίες της άλλης, πάνω απ’ όλα η αλήθεια μας. Έτσι δεν είναι;
  • Υπεραναλύστε.
  • Αποφασίστε να βγάλετε τη στοργή από τη σχέση. Αν έχετε και παιδιά και μένετε μαζί γι’ αυτά, έχετε εξασφαλίσει πικρά κοινά γεράματα όλο μεταμέλειες και καβγάδες.
  • Κοιτάξτε την πάρτη σας γιατί είστε ο καλύτερος και η άλλη είναι ευτυχισμένη μόνο και μόνο γιατί περνάει μαζί σας τη ζωή της.
  • Προσβάλλετε τη γυναίκα σας μπροστά σε τρίτους. Πλάκα κάνουμε ρε συ, πώς κάνεις έτσι;
  • Μείνετε μαζί μόνο για τα παιδιά ενώ έχουνε τελειώσει όλα τα άλλα.
  • Βάλτε τους γονείς σας stakeholders στον γάμο σας. Συγχαρητήρια, είστε μαλάκας. Πολύ μαλάκας.
  • Αφήστε τις αγγαρείες και τις δουλειές του σπιτιού και την ανατροφή των παιδιών στη γυναίκα, παριστάνοντας τον μπαμπά με το μουστάκι εκείνου του Αναγνωστικού που πάει τα τέκνα για παγωτό. Πότε γεννηθήκατε; το 1927.
  • Παραμελήστε τη γυναίκα γιατί ασχολείστε με τη δόξα τη δική σας. Θα χωρίσετε και θα αναρωτιέστε γιατί.
  • Μοιραστείτε τα όλα με τους κολλητούς σας: άλλωστε ποτέ δεν εκτιθέμεθα, μόνον εκθέτουμε (μου το είπε ο Πετεφρής κι έχει βεβαίως δίκιο).
  • Κάντε τα όλα μαζί. Όλα. Μόνο μαζί. Συνέχεια. Μην της δίνετε καθόλου χρόνο και χώρο.
  • Μην κάνετε τίποτα μαζί. Ο καθένας στο κιβούρι του με τα χέρια σταυρωμένα.

Πόρνη στο κρεβάτι αλλά, ε, χμ, εντάξει, όχι — εξαρτάται.

 

Στους περισσότερους άντρες η ερωτική επιδεξιότητα και η λαγνική προθυμία μιας γυναίκας προκαλούν αμηχανία και πολλές φορές καχυποψία.

Ο προφανής λόγος είναι ότι μια γυναίκα που «τα κάνει όλα» ενδεχομένως να έχει περάσει και καλύτερα απ’ ό,τι θα περάσει μαζί μας, ενώ σίγουρα είναι περπατημένη κι εξασκημένη. Με άλλα λόγια, αν κάνει κόλπα και «ανωμαλίες» και αν θέλει διάφορα δεν περιμένει από εμάς για να δει χαρά ενώ μάλλον έχει συμμετάσχει σε διάφορα έργα λαγνικά στα οποία ίσως δεν μπορούμε να αντεπεξέρθουμε.

Βεβαίως, αν δεν περιμένει από εμάς να της ανοίξουμε τα μάτια αλλά εντέλει επιλέγει εμάς, πάει να πει ότι εμάς θέλει κι ότι εμάς διάλεξε — και δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι κολακευτικότερο για τον λεγόμενο ανδρικό εγωισμό, που πολλοί λένε κι ανδρισμό.

Παρ’ όλα αυτά συγκαταλέγεται σε κοινοτοπίες επιπέδου σεξολόγου της τιβί και ποιότητας «γυναικείων» σάιτ η επισήμανση ότι μεγάλο μέρος της πατριαρχίας είναι οργανωμένο ακριβώς γύρω από το να μοιάζουν οι γυναίκες παρθενικές και πειθήνιες στην ερωτοπραξία, ώστε π.χ. να μην «ευνουχίζουν» τον άντρα.

(Επαναλαμβάνω ότι προσωπικά ποτέ δεν κατάλαβα γιατί μια γυναίκα που θα πέσει με τα μούτρα πάνω σου θα σε «ευνούχιζε», όμως εγώ είμαι ούφο.)

Ταυτόχρονα, οι άντρες θέλουμε πολύ να είναι ερωτικώς επιδέξια και λαγνικά πρόθυμη, κοινώς καυλιάρα, η γυναίκα· κατά πρότίμηση αφού την καβατζώσουμε και βεβαίως αποκλειστικά μαζί μας — εκτός εάν τρωγόμαστε για κανα τρίο οπότε και δεν πρέπει να φέρει πολλές αντιρρήσεις (σίγουρα να φέρει κάποιες, μην τυχόν και ψάχνεται ή μας βαρέθηκε) και δεν πρέπει να κάνει ζήλειες αν ασχοληθούμε λίγο παραπάνω με το τρίτο πρόσωπο.

Κανείς άντρας, εκτός από οριακά νεκρόφιλους, δεν θέλει να λαγνουργεί πάνω σε ένα κομοδίνο ή σε μια χαλκομανία. Μια τσαχπινιά τη χρειάζεται η γυναίκα, σωστά; Να κάνει διάφορα. Πολλά από τα ζητήματα που τόσα χρόνια έρχονται και μου εμπιστεύονται φίλοι και λιγότερο γνωστοί είναι της κατηγορίας «πώς να την κάνω να μου κάνει / πάρει / δώσει / βάλει Χ», όπου Χ το αρεσούμενο του αντρός.

Και πάλι είναι προφανές πόσο αντιφατική κι οξύμωρη είναι η κατάσταση: η γυναίκα οφείλει να θέλει τόσα όσα και όπως θα ήθελε ο άντρας — αλλά να μη φαίνεται ότι του κάνει και χατήρια. Και ξανά, είναι κουρασμένα προφανές να τονιστεί ότι η πατριαρχία αποσκοπεί στο να εξοπλίσει τις γυναίκες με ένα μιλομανάρειο κουμπί που θα ρυθμίζει ανά πάσα στιγμή την ένταση της καύλας τους αλλά και, στα πιο προχωρημένα μοντέλα, τον τύπο της επιθυμίας τους και τον τρόπο εκπλήρωσής της.

Friendzoned! Friendzoned?

Υποθέτω ότι οι συζητήσεις για το λεγόμενο friendzoning, το να ενδιαφέρεσαι για γυναίκα και να σου λέει «σε βλέπω σαν φίλο / φιλικά», είναι κάτι που αφορά μόνο «καλά παιδιά» και μάλιστα κάτω των 30, άντε 35 άμα μένουν ακόμα μαζί με τη μαμά.

Είμαι πρακτικός άνθρωπος όταν δεν είμαι επί της αρχής, οπότε ας το δούμε πρακτικά το ζήτημα.

Τα καλά παιδιά

Γιατί αφορά μόνον τα καλά παιδιά το friendzoning; Επιδή υποτίθεται ότι οι γυναίκες καβατζώνουν τα καλά παιδιά αποκλειστικά για παρέα, για υποστήριξη και αγνή συντροφιά, για επίδειξη εσωψύχων και για απάγκιο. Την ίδια ώρα πάνε και το δίνουν (ξέρουμε ποιο) σε κάτι μαλάκες ή ψυχάκηδες, γιατί οι μαλάκες είναι γαμιάδες ή είναι γαμιάδες και το ξέρουν κ.ο.κ. Όταν λοιπόν οι μαλάκες ή ψυχάκηδες τις πληγώσουν καταφεύγουν στο καλό παιδί που βρίσκεται στη friendzone. Και το μαρτύριο του Ταντάλου συνεχίζεται για το καλό παιδί, γιατί οι φίλοι δεν γαμούν ούτε κυριολεκτικά ούτε βεβαίως με την κακή έννοια.

Αυτό είναι το σενάριο. Το friendzone παρουσιάζεται ως φυλακή των καλών παιδιών, που ναι μεν δεν θέλουν μόνο μια ξεπέτα με την κοπέλα μα τελικά καταλήγουν να έχουνε λευκή σχέση μαζί της, αφού τη νοιάζονται βεβαίως την κοπέλα — καλά παιδιά γαρ.

Το ψέμα δεν το βλέπεις 

Πριν μιλήσουμε για το friendzone πρέπει να το ξεχωρίσουμε από την ατάκα «α, σε βλέπω σαν φίλο / σαν φίλο». Το οποίο είναι ψέμα και ξεφόρτωμα: το έχω φάει ως χυλόπιτα 4-5 φορές (πάνε και δεκαετίες, δεν θυμάμαι πια), δεν το έχω ρίξει ποτέ γιατί τέτοια ψέματα δεν λέω. Άρα, το friendzone δεν είναι η (όποια) ξήγα που εξαρχής αποκλείει το σεξ ή το σεξ με προοπτική σχέσης — άλλο το ένα άλλο το άλλο, να τα λέμε αυτά τώρα που γυρίσαμε στα φίφτιζ. Άμα σου πει «σε βλέπω σαν φίλο», λες σαν άντρας «έχω φίλους και φίλες που δεν προκαλούν, εσένα όμως σε θέλω» και την κάνεις με το κεφάλι σου ψηλά.

Συνεπώς στο friendzone το καλό το παιδί μπαίνει γιατί θέλει να μπει και με τη θέλησή του εισέρχεται και με τη θέλησή του παραμένει. Συνεταξάμην φάση. Και μπαίνει στη Ζώνη ενδεχομένως γιατί είναι σοσιαλδημοκράτης και πιστεύει ότι κύμα το κύμα η πέτρα λιώνει / το γκομενάκι αργά καυλώνει ― με καρμπονάρες και σειρές και φιλικά μασάζ. Ενδεχομένως πάλι είναι ασκηταράς και πιστεύει ότι την ταντάλεια στέρηση θα την εξαργυρώσει (σε αυτή τη ζωή) με ένα αποκαλυπτικό κι εκπάγλου δόξης πήδημα, με αυτή την προσδοκία μελλόντων αγαθών.

Γιατί λοιπόν θυμώνει το καλό παιδί που μένει με το πουλί στο χέρι ενώ βλέπει τα άλλα τραίνα (τα τσογλάνικα, τα καγκούρικα, τα μεσήλικα και αλκοολικά) να περνούν; Γιατί η σοσιαλδημοκρατία και η θρησκεία απογοητεύουν πάντοτε· άλλωστε ο κόσμος μας είναι γεμάτος απογοητευμένους οπαδούς και των δύο που τους έχει στρίψει λιγάκι.

Γιατί οι άντρες δεν βάζουνε γυναίκες στο friendzone;

Ένα καλό κορίτσι που φτιάχνει καρμπονάρες, βλέπει Νάρκοζ και σου κάνει φιλικά μασάζ το παντρεύεσαι. Επίσης, αν σε πιάσει γυναίκα για την οποία ψήνεσαι και σου πει «Βασιλάκη θα με γλείψεις λίγο;» δεν της λες «σε βλέπω σαν φίλη», παρά είτε προσκυνάς τον Γιαραμπή που σε έλουσε με μπερεκέτια είτε φεύγεις πανικόβλητος από την κάργια: Ελληνική Πατριαρχία, μέρος 1ο. Παμ’ παρακάτω.

Γιατί ρε γαμώτο ποτέ δεν κερδίζω σε τούτο το λόττο του έρωτα εγώ;

Και φτάνουμε στο κρίσιμο ερώτημα: Γιατί εγώ, Θεέ μου; Κακά τα ψέματα, όποιος είναι άνω των 23 ξέρει καλά ότι στη friendzone δεν μπαίνεις απλώς γιατί είσαι «καλό παιδί» αλλά μπαίνεις εκουσίως όπως μπήκε ο άλλος στη Ζώνη στο Στάλκερ: πας γυρεύοντας. Και μένεις εκεί γιατί ναι μεν είσαι αρκετά ευαίσθητος ώστε να καρτερείς και να σκάβεις λίγο λίγο πίσω από το πορτραίτο της Ρίτας της Χέιγουωρθ, αλλά δεν είσαι και τόσο αδερφή για να αποδεχτείς ότι με κάποιες γυναίκες εσύ θες να παραμείνεις φίλος κι ας μην τις γαμήσεις ποτέ. Γιατί τότε θα είσαι, εεε, αυτό ακριβώς: αδερφή.

Το ερώτημα παραμένει όμως: τόσα και τόσα καλά παιδιά πιάνουν οι γυναίκες, τα βάζουν κάτω (ή κάπου, τέλος πάντων) και βγάζουνε το θηρίο από μέσα τους — γιατί τα καλά παιδιά είναι μουλωχτά και κρυπτογρρρρ. Γιατί όχι εμένα, Θεέ μου;

Λοιπόν, έχουμε και λέμε. Μια γυναίκα θα σε βάλει στο friendzone επειδή:

  1. Τη γνωρίζεις, πάτε για φαΐ και μέσα σε 45 λεπτά τής έχεις πει για τον ανείπωτο πόνο που σου προκάλεσε η πρώην σου. Ότι δεν σε κατάλαβε καμμία ποτέ. Πόσα έχεις να δώσεις. Και λέει η γυναίκα «Θε μου, είναι κολλιτσίδας και είναι και ψυχ — με την κακή έννοια, όχι την καυλωτική».
  2. Τονίζεις στο πρώτο ραντεβού — σε φάση captatio benevolentiae — ότι δεν είσαι σαν όλους τους άλλους, ότι δεν είσαι της ξεπέτας και ότι είσαι ευαίσθητος. Και λέει η γυναίκα «Αμάν, θέλει στεφάνι». Οπότε friendzone. Εκτός αν θέλει στεφάνι, οπότε εμπίπτει στην κατηγορία «κάργιες που θέλουνε να σε κουκουλώσουν» κι όχι «κάργιες φρεντζονίστριες».
  3. Απλούστατα επειδή δεν την καυλώνεις αλλά θεωρεί κατά τ’ άλλα ότι θα ήσουν καλή παρέα. Αλλά αυτό θα ήταν φιλία, άρα θα ήσουν αδερφή. Και μπαίνεις στη friendzone, που εκείνη (θέλει να) νομίζει ότι είναι φιλία κι εσύ ότι είναι προθάλαμος παστάδας ή, έστω, πίπας μετά από μαργαρίτες που της έφτιαξες για να δείτε τον πέμπτο κύκλο του Game of Thrones.

Δηλαδή δεν φταιν οι γυναίκες ποτέ ρε Σραόσα;

Φταίνε που δεν ακούνε πάντοτε αρκετό Γιώργο Μαργαρίτη, Έλλα Φιτζέραλντ, Έλβις Κοστέλλο, και Lady Gaga.

Κατά της μεθόδου

Παλιότερα οι συμβουλές για τα αισθηματικά, για τις σχέσεις και για το σεξ ήταν εξατομικευμένες και προσωπικές. Στα ραδιόφωνα και στα νεανικά περιοδικά ούτε τα προβλήματα προς επίλυση ήταν πάντοτε πραγματικά ούτε οι γνωμοδότες απαραιτήτως προσεκτικοί ή καταρτισμένοι. Όμως απαντούσαν προσωπικά και σε συγκεκριμένα ψευδώνυμα ερωτήματα.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 αυτό άλλαξε: περιοδικά όπως το Κλικ, το Κοσμοπόλιταν, το Μαξ και άλλα εγκαινίασαν στήλες με τη ρουμπρίκα «Σεξ» και «Σχέσεις». Αυτές περιείχαν χρήσιμες πληροφορίες κυρίως για το σεξ ανεξαρτήτως τίτλου, π.χ. πώς να κάνετε στοματικό ή πού βρίσκεται η κλειτορίδα ή τι άλλες στάσεις υπάρχουν εκτός από εκείνες που μάθαιναν οι άντρες στα μπουρδέλα (μιλάμε για τη δεκαετία του ’80). Οι διάφορες μεθοδολογίες του σεξ άφηναν πίσω τα πορνοπεριοδικά και τα βιβλία των Εκδόσεων Δίδυμοι και προβιβάζονταν σε κανονικά περιοδικά που διάβαζε όλος ο κουλ κόσμος σε κομμωτήρια και σε στρατόπεδα, σε ΚΤΕΛ και τρένα αλλά και στις παραλίες.

Σιγά σιγά ο θεσμός της agony aunt, αυτού που σε όλα απαντά, της σεμνής Κικής Σεγδίτσα και της μητρικής Ρίκας Βαγιάνη, έχασε το κύρος του. Γιατί να ρωτήσεις τι ενοχλεί την κοπέλα σου όταν μπορείς να περιμένεις το επόμενο αφιέρωμα του Κλικ για το σεξ; Γιατί να αναρωτιέσαι πώς να φιλήσεις ή γιατί δεν σε θέλουν οι άντρες όταν μπορείς να περιμένεις το επόμενο Κοσμοπόλιταν να σε ξεστραβώσει στη σελίδα 79; Γενικότερα, δεν χρειαζόταν πια να παραθέσεις έστω και ανώνυμα το πρόβλημά σου: το πρόβλημά σου καλύπτεται από γενικεύσεις όπως «νέες στάσεις», «γλείφτε καλά πρώτα», «κάντε τρέλες πριν», «γίνετε σέξυ», «μάθετε νέες στάσεις εικονογραφημένες με χελμουτνευτώνεια αισθητική».

Το τελευταίο χτύπημα στον θεσμό του η θεία Τάδε απαντά το έδωσε μάλλον άθελά της η πάντα απολαυστική Μυρτώ Κοντοβά στην Αβού τη δεκαετία του ’90: για κάθε πρόβλημα αισθηματικό ή σεξουαλικό η απάντηση που έδινε ήταν πάνω κάτω «είσαι χαζό», «είσαι βλίτο», «είσαι λίγο τσόλι», «γκετελάιφ» ή συνδυασμός των παραπάνω.

Από εκεί και στο εξής, δεν χρειάζονταν προσωπικές απαντήσεις σε ζητήματα σχέσεων, αισθημάτων ή σεξ: κάπου θα υπήρχε ένας τσελεμεντές με τις κατάλληλες μαγειρικές μεθόδους, είτε του στυλ «γίνε κίνκυ» είτε του στυλ «γλείψε και άσε να σε γλείψουν». Οι τσελεμεντέδες αυτοί, μάθαμε μετά, βρίσκονταν στο ίντερνετ, κυρίως σε κάτι πορνοσάιτ με ρεαλιστικούς στοχους και υπεραισιόδοξες προβολές,

Είκοσι χρόνια μετά ξέρουμε όμως πως δεν γίνονται όλα με όλους. Δεν θέλουν π.χ. όλοι κι όλες να γλείψουν και δεν θέλουν όλες κι όλοι να τους γλείψεις. Δεν είναι όλοι κι όλες για κίνκυ, δεν είναι όλες (ω της κοσμοπολιτανικής φρίκης) οπαδοί των αισθησιακών προκαταρκτικών. Στη δεκαετία του ’10 ξαναμαθαίνουμε αυτό που ήξερε ο Βατσιαγιάνα, ο συντάκτης του Κάμα Σούτρα: δεν υπάρχει συνταγή και μέθοδος που να δουλεύει με όλες και με όλους, υπάρχουνε μόνο διάφορα υλικά, αναρίθμητοι τρόποι να τα συνδυάσεις και περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.

Και ξέρουμε πια ότι μανιέρα που δουλεύει με κάθε γυναίκα ή άντρα δεν υπάρχει. Μέθοδοι που πάντοτε δουλεύουν και παντού δεν υπάρχουν. Ο σταθερός ρυθμός του ενός ζευγαριού είναι η ανία κάποιου άλλου, η ρυθμική πολυμορφία κάποιου ζευγαριού είναι τα άνοστα καραγκιοζιλίκια άλλου.

Και το άλλο που ξέρουμε πλέον (ευτυχώς) είναι ότι το σεξ είναι βασικός παράγοντας στη βιωσιμότητα μιας σχέσης: τα γούστα των ανθρώπων σε αυτόν τον τομέα δύσκολα αλλάζουν, αν ποτέ αλλάζουν, και μια σχέση δυο ανθρώπων που δεν συνεννοούνται ιμερικώς δεν τη σώζει καμμία μέθοδος και καμμία λίστα με «δέκα σίγουρους τρόπους» για οτιδήποτε.

Δεν υπάρχουν οδηγίες και δεν χρειάζονται

Είτε μας αρέσει είτε όχι, μερικοί άνθρωποι δεν θα βγούνε ποτέ από μια νοοτροπία κανονιστική του βίου. Είτε στα ίσα είτε έμμεσα συνεχώς θα ψάχνουν κάποιον να τους πει πώς να μιλάνε, τι να τρώνε, τι να σκέφτονται, πώς να πηδιούνται και πώς να ζούνε. Μου το έλεγαν φίλοι μου παπάδες, μου το έχει πει φίλος κλινικός ψυχολόγος: αυτή είναι η πιο δύσκολη κατηγορία εξομολογουμένων και ασθενών, άνθρωποι που αγκιστρώνονται πάνω σου και περιμένουνε να τους πεις τι να πράξουνε και πώς να ζήσουν· «περιδεείς» τούς έλεγαν οι παπάδες.

Οι περιδεείς άνθρωποι επιπλέον βλέπουνε παντού παγίδες, απάτη κι απαγορεύσεις. Ο κόσμος τους είναι γεμάτος από ανθρώπους έτοιμους να τους κατακρίνουν, ενώ εκείνοι αναζητούν κάποιον να τους πει πώς να ζούνε — χωρίς να τους κριτικάρει όμως. Προσπαθούν να εντάξουν βιώματα, ιδέες, πράξεις, γεγονότα σε απλούς κανόνες και αντιλαμβάνονται νομικίστικα το παν. Δεν έχει σημασία ποιο δίκαιο θα επιλέξουν: τη δική σου γνώμη, τον μαρξισμό, τι θα πει ο κόσμος, τη θρησκεία, την αισθητική (τους) ή ό,τι άλλο. Σημασία έχει ότι τα πάντα ζυγίζονται και αξιολογούνται με βάση αυτό το δίκαιο.

Ταυτόχρονα οι περιδεείς εναποθέτουν τις αποφάσεις για το τι είναι σωστό και τι δεν είναι εντάξει στους άλλους, όχι στις αρχές τους όπως τις ερμηνεύουν οι ίδιοι. Δεν θέλουν τίποτε να ερμηνεύουν, θέλουν οι άλλοι να τους ερμηνεύσουν και να τους ερμηνεύσουν ευνοϊκά. Μέχρι να τους τραβήξει η ζωή απ’ τα μαλλιά, απότομα και δυνατά σαν μαθητριούλα που εξανέστη.

Γιατί, όχι, δεν λέει κανείς να γίνουμε Βέρθεροι και μπουκοφσκικοί, ούτε καν ντοστογιεφσκικοί. Αλλά δεν επιλύονται όλα με κανόνα και γνώμονα. Δεν θα πάμε να καταστραφούμε για τον έρωτα και την επανάσταση όλοι, εντάξει, να μη γίνουμε αλκοολικοί και πρεζόνια, να μην κλείνουνε σπίτια (κάτι που στην εποχή μας έχει γίνει πιο σημαντικό από ποτέ) με μοιχείες και μοναχισμούς και οράματα Τσε και Σβάιτσερ, να βρίσκονται όλα σε μια σειρά τακτοποιημένα. Εντάξει, οκέι: όσο απορρυθμίζεται η κανονικότητα γύρω μας, τόσο την αποζητούμε στον ιδιωτικό βίο, κατανοητό και αυτό.

Αλλά δεν γίνεται να θες να σβήνεις ό,τι σε ταράζει και σε μετακινεί και σε αναγκάζει να τραυλίσεις. Κι όχι, δεν μιλάω μόνο για έρωτα εδώ, αν και έχω και τον έρωτα υπόψη, μιλάω και για ό,τι μας αναγκάζει να μετεωριστούμε, να υπάρξουμε σε συνθήκες ελεύθερης πτώσης: να ξαναεξετάσουμε τα δεδομένα μας και τις παραδοχές μας.

Ερωτικές συμβουλές σε νέους άντρες

italians
Σεξ

  • Το «όχι» της γυναίκας σημαίνει όχι. Εκτός και εάν έχετε συμφωνήσει μαζί της από πριν ότι το «Βύρων Πολύδωρας» σημαίνει όχι — ή όποιο άλλο safe word.
  • Το «όχι» της γυναίκας σημαίνει όχι. Τι σημαίνουν τα άλλα; Ό,τι σας φωτίσει ο θεός.
  • Το «όχι» της γυναίκας σημαίνει όχι και αν ακόμη αμφιβάλλετε είστε λίγο σκουλήκι και σόρυ.
  • Μην ντρέπεστε. Δηλαδή να ντρέπεστε μόνον αν υπήρξατε μαλάκας και να το παραδέχεστε στα ίσια, χωρίς «αλλά» και «όμως» μετά. Όλοι εκτιμούν μία στεγνή συγγνώμη, ιδίως αν υπήρξατε μαλάκας.
  • Όλοι έχουμε υπάρξει μαλάκες.
  • Μη στέλνετε dick pic εκτός και αν έχει πολλή φωτογένεια, που σημαίνει ότι είναι ή σπάνια ή κλεμμένη από το πορνχάμπ. Μη στέλνετε dick pic με το Kalispera: Τέλος.
  • Είστε καλός εραστής αν αυτό που είστε, έχετε ή κάνετε αρέσει στη συγκεκριμένη γυναίκα (ή άντρα). Δεν είναι απαραίτητο να αρέσει. Ναι, ακόμα και αν την έχετε τόση (και έχει και φωτογένεια). Ναι ακόμα και αν τελειώνετε αύριο. Ναι, ακόμα και αν ξέρετε κάτι κόλπα ζόρικα. Ναι, ακόμα και αν… Από την άλλη, μπορεί να αρέσει (πολύ) αυτό που εσείς θεωρείτε χάντικαπ.
  • Μην περιαυτολογείτε ποτέ περί τη λαγνουργία (το γαμήσι και τις επιδόσεις σας σε αυτό, ντε). Όταν σας παινεύουν, και δη τίποτα πρώην, ξεπεράστε τον έπαινο και δείτε μπας και παίζει επανασύνδεση. Πάντως μη μένετε στον έπαινο για το πόσο καλός εραστής είστε, μην τον αναγνωρίζετε, αποδεχτείτε τον σιωπηλά και προχωράτε παρακάτω.
  • Το αρεσούμενο του ανθρώπου, το καλύτερο του κόσμου. Μην κρίνετε τα γούστα ή το τι καυλώνει την άλλη ή τον άλλο. Αν δεν γουστάρετε κάτι, πείτε το ή δείξτε το. Αλλά μην κρίνετε. Τα «πουτάνα» και τα «ξέκωλο» και τα «ψώλα» και τα «ανώμαλη», αν δεν λέγονται καυλιάρικα στην κλινοπάλη, τα λένε κάτι γυμνοσάλιαγκες και σόρυ.
  • Η ζωή δεν είναι τσόντες. Αλλά οι τσόντες περιέχουν χρήσιμες ιδέες.
  • Μην κάνετε καμάκι με ατάκες σακάτικες («δεν μου σηκώνεται», «έχω πρόβλημα», «δεν ξεπέρασα ποτέ τη Μαρίκα», «την έχω μικρή», «έχω να το κάνω από τους Ολυμπιακούς του Λονδίνου») τάχα για να σας λυπηθούν: αν την πέφτετε με τέτοιες ατάκες είναι πιθανόν ότι ήδη σας έχουνε λυπηθεί για λόγους άσχετους.
  • Μην καταπιέζεστε. Αν είστε μαλάκας και καταπιέζεστε (μάλλον απίθανο), γιατί να μάθουν οι άλλοι αργότερα ότι είστε μαλάκας; Ε; Ας παραγνωριστούμε μια ώρα αρχύτερα.
  • Μην καταπιέζεστε. Αν δεν είστε μαλάκας και καταπιέζεστε (το πιο πιθανό), τζάμπα καταπιέζεστε. Κρίμα δεν είναι;
  • Να είστε κύριος. Που δεν σημαίνει σεξιστικά κυριλίκια ή ζαμπουνιές, παρά να είστε άνθρωπος. Τελεία.

Σχέσεις

  • Αν δεν είστε έτοιμος για σχέση, δεν είστε έτοιμος για σχέση.
  • Αν δεν ξέρετε αν είστε έτοιμος, μπορεί και να είστε. Μπορεί και όχι.
  • Αν είστε έτοιμος για σχέση, είστε και άνω των 35 και πολύ ερωτευμένος. Μεγαλύνθητι ως οι κέδροι του Λιβάνου.
  • Στη συμβίωση ο καθένας θα αναλάβει κάποιους τομείς. Όσο μεγαλύτερη αλληλεπικάλυψη τομέων υπάρχει, τόσο πιο εύκολη θα είναι η συμβίωση.
  • Προσωπική άποψη: κάθε άντρας πρέπει να ξέρει να σιδερώνει τα πουκάμισά του (έστω και χάλια, όπως εγώ) και να κάνει λαμπίκο τον καμπινέ του προτού συμβιώσει.
  • Μην είστε μαλάκας. Όταν είστε, να ζητάτε στεγνή συγγνώμη.
  • Μη ζητάτε συγγνώμη μόνο και μόνο για να σταματήσει η άλλη ή ο άλλος να σας ζαλίζει.
  • Δεν είστε το γιουσουφάκι κανενός (εκτός και αν είστε της BDSM κοινότητας — καταλαβαίνετε τι λέω) και δεν είστε Πυγμαλίωνας κανενός.
  • Αντίθετα με το τι έλεγαν οι παλιοί, η σχέση δεν είναι συμβιβασμός. Συμβιβασμός είναι το συναινετικό διαζύγιο.
  • Το πήδημα είναι το θεμέλιο της σχέσης. Αλλά τα κτίσματα δεν είναι σκέτο θεμέλιο.
  • Να ζηλεύετε. Να θυμώνετε. Αλλά να μη σας καβαλάει ούτε η ζήλεια, ούτε ο θυμός.
  • Ποτέ δεν ψαχουλεύετε τα πράγματα της άλλης ή του άλλου. Ποτέ. Αν το διαπράξετε, να κάνετε ότι δεν το διαπράξατε ποτέ. Ούτε να χρησιμοποιήσετε ποτέ σε συζήτηση όσα ανακαλύψετε για επιχείρημα.
  • Διάλογος και μόνο διάλογος. Και ακόμα και όταν αποτυγχάνει, πάλι διάλογος.
  • Αν θέλετε να τα κάνετε όλα παρέα, ετοιμαστείτε είτε για πάρα πολύ σύντομη είτε για βασανιστική κι ατελείωτη σχέση.
  • Η αμερικάνικη απόλυτη ειλικρίνεια είναι για αμερικάνικες σίτκομ. Στον πραγματικό κόσμο υπάρχει και η σιωπή, ενώ επιβάλλεται ο σεβασμός. Υπάρχει και η επίγνωση ότι η άλλη ή ο άλλος δεν είναι κτήμα μας.
  • Στα δέκα χρόνια το αργότερο θα αισθανθείτε διαθέσιμοι. Οπωσδήποτε. Μην το αρνηθείτε και μην το αγνοήσετε, διαχειριστείτε το. Ή ακολουθήστε το.
  • Αν μπλέξετε με παντρεμένη ή παντρεμένο, καλό κουράγιο, καλή ψυχραιμία, καλή σοφία — και καλό παράδεισο, ενίοτε. Πρόκειται για την πιο πολύπλοκη μορφή ερωτικής σχέσης.
  • Αν λαχταράτε το «για πάντα», χτίστε αντισεισμικά κι ετοιμαστείτε για το χειρότερο. Βεβαιωθείτε ότι όντως λαχταράτε το «για πάντα» και ζωή να ‘χετε να το ξανασκεφτείτε, αν χρειαστεί.

Άντρες

Άραγε γιατί σαλτάρουν οι άντρες τόσο πολύ τώρα τελευταία; Κι αν με ρωτήσετε γιατί μιλάω για τους άντρες, η απάντηση είναι απλή: άντρας είμαι, για τους άντρες μιλάω.

Τι εννοώ ότι σαλτάρουν οι άντρες; Εννοώ ότι ανοιχτά και ξεδιάντροπα πλέον φέρονται σκατά στις γυναίκες μέσα στις σχέσεις και πριν τις σχέσεις και μετά τις σχέσεις και εκτός σχέσεων. Εννοώ ότι λίγοι πια φέρονται σαν κύριοι. Και με το «κύριοι» ποσώς νοσταλγώ παλιοκαιρίσια πατριαρχία ή αστικές αβρότητες κι υποκρισίες (π.χ. χειροφιλήματα στις κυρίες και κλωτσιές στις πουτάνες). «Φέρομαι σαν κύριος» σημαίνει πρώτα πρώτα συμπεριφέρομαι με στοιχειώδη ευγένεια, με κατανόηση και με ενσυναίσθηση, όση επιτρέπει το ενδεχόμενο πάθος έστω. Εννοώ ότι φτύνουν εκεί που γλείφουν και όχι με τρόπο λάγνο και διεγερτικό. Οι άντρες πια έχουμε αναλάβει τον ρόλο που παλιά είχαν οι φαρμακόγλωσσες, οι γκιόσες και οι στρίγγλες: να καταγγέλλουμε την «πουτανιά» όποιας δεν μας κάνει, με οποιονδήποτε τρόπο κι αν δεν μας κάνει.

Γιατί όμως;

Μέχρι πριν 40-50 χρόνια στον Δυτικό Κόσμο από θηλυκά μόνον η Μητέρα στεκόταν ως ένα κάποιο αντίπαλον δέος απέναντι στην αντρική εξουσία. Οι γυναίκες όφειλαν είτε να συμμορφώνονται είτε να κρύβονται καλά. Αυτές που κρύβονταν καλά δημιουργούσαν, κατά την ωραιοποιητική κι εξιδανικευτική διατύπωση κάποιων θεωρητικών του κοινωνικού φύλου, «μικρούς χώρους ελευθερίας» — περίκλειστους βεβαίως. Η γυναίκα ήταν υπό, που λέμε. Και όφειλε να είναι υπό.

Ωστόσο, εδώ και 40-50 χρόνια στον Δυτικό Κόσμο, οι άντρες αναμετριόμαστε και με ελεύθερες γυναίκες. Γυναίκες που ορίζουν τα εισοδήματα, τις ζωές, τους εαυτούς και τις ορέξεις τους περισσότερο από όσο οι γυναίκες από καταβολής πατριαρχίας — αν και όχι αρκετά. Οι γυναίκες έχουνε γνώμη και λόγο, έστω και αν φιμώνονται ακόμη. Πολλές γυναίκες δεν τα περιμένουν όλα από εμάς και δεν περιορίζονται στους ρόλους που εκάστοτε διανέμουμε στην καθεμία από αυτές: μάνα, τροφός, νοσηλεύτρια, πόρνη, μαγείρισσα, οικονόμος, μάγισσα, μαντείο.

Οι γυναίκες λοιπόν μπορούν πια να διεκδικήσουν ελευθερία. Οκέι, σε κάθε στάδιο του βίου, δημόσιο και ιδιωτικό, ξεκινούν 400 μέτρα πίσω από τους άντρες αντίστοιχων προσόντων, ικανοτήτων και προδιαγραφών. Όμως πια είναι ελεύθερες, πιο ελεύθερες έστω, έστω σε ένα μικρό μέρος του Δυτικού Κόσμου, έστω μέσα σε ένα σμικρότατο χρονικό πλαίσιο.

Η ελευθερία των γυναικών εκνευρίζει πάρα πολλούς άντρες, εκείνους που πλήρως ταυτίζονται με τα ιδεώδη της πατριαρχίας τουλάχιστον. Τα όπλα των αντρών είναι γνωστά: η ταύτιση της ελευθερίας με την πουτανιά και, αν χρειαστεί, η ταύτιση αυτής της πουτανιάς (όπως και αν εκφράζεται: υπέρμετρη επιθυμία, πολυγαμία, απροθυμία για γάμους και μητρότητες) με κάποιου είδους ψυχολογική αναπηρία, τώρα που η καύλα δεν έχει πέραση για αμαρτία.

Η ελευθερία των γυναικών αναστατώνει τους άντρες, που είμαστε ξέρω γω 70% κατασκευές της πατριαρχίας και 30% αρσενικοί άνθρωποι, με τον τρόπο που οι σπουδαγμένοι αποικιοκρατούμενοι έβαζαν τους αποικιοκράτες σε σκοτούρες: τι να τους κάνεις δαύτους; Αντίστοιχα προβληματιζόμαστε τα αρσενικά: ναι μεν δεν θέλουμε να τις ευνουχίσουμε, αλλά πασχίζουμε να έχουμε την αποκλειστική επικαρπία της λίμπιντό τους. Κι όσο αυτό δεν γίνεται να το πετυχαίνουμε πάντοτε, γιατί και οι γυναίκες είναι άνθρωποι με αυτεξούσιο και δικά τους όνειρα, χούγια και γούστα, σαλτάρουμε. Και έτσι τους φερόμαστε σαν μαλάκες: πότε παριστάνοντας τους πατεράδες και τους πυγμαλίωνες, πότε με καθαρή εξουσιαστική βία, πότε παριστάνοντας τις γκιόσες όλο κουτσομπολιά και λαχτάρα να πομπέψουμε.

Και τι να κάνουμε οι άντρες; να καταργήσουμε το πάθος και την κτητική λύσσα του, ναούμ; να γίνουμε μεγαλόψυχοι κερατάδες; να μη σκεφτόμαστε εμμονικά ότι δεν είναι παρθένες όσες είναι μαζί μας; να χαιρόμαστε που είμαστε μαζί τους αντί να μετράμε τους πρώην και τους επόμενούς τους και τα εκατοστά των ψωλών τους; τι πρέπει να κάνει κι ο άντρας ο λευκός ο στρέιτ, που είχε το 90% των προνομίων κι έχει ξεμείνει στο 85%;

Η γνώμη μου είναι, κι είναι η γνώμη μου και μόνο, ότι υπάρχει κάτι πολύ δυνατό και ζωογόνο στο πάθος, στην αφοσίωση χωρίς προϋποθέσεις. Και δεν μιλάω για ισόβια δεσμά και τέτοια, μιλάω για το να μη θέτεις στο πάθος όρους και προϋποθέσεις (π.χ. την προϋπόθεση της μονογαμίας, αλλά όχι μόνο). Μιλάω για το να μη σε βασανίζει η προοπτική της μακράς διαρκείας αλλά να την αφήνεις να ξεδιπλωθεί από μόνη της, εάν πρέπει και εάν μπορεί να εκδηλωθεί. Άλλωστε με το στανιό μόνον ο σωφρονισμός λειτουργεί και με τον πειθαναγκασμό σχεδόν τίποτε. Αλλωστε η καύλα είναι το τυράκι που μάς φέρνει κοντά αλλά το σεξ από μόνο του δεν μπορεί να μας κρατήσει μαζί. Άλλωστε το «βλέποντας και κάνοντας» είναι σαφώς καλύτερη μέθοδος από τα αμέτρητα ματαιωμένα LFE του κόσμου τούτου.

Σεξ, άντρες, σχέσεις: ο Σραόσα προς τις αναγνώστριες

Αποφάσισα κι εγώ να κάνω αυτό που κανονικά θα έπρεπε να είναι η καριέρα μου: ένας κοσμοπολίτης που δίνει συμβουλές στο Κοσμοπόλιταν.

Λοιπόν, νέες! Και λιγότερο νέες, αλλά τσαχπίνες!

Οι άντρες

Οι άντρες είναι πλάσματα προνομιούχα αλλά δεν το ξέρουν: όλοι και όλα κι εσείς οι ίδιες για τους άντρες δουλεύετε. Οι άντρες θέλουνε να σας κατέχουν. Και τους διευκολύνει η κοινωνία να σας κατακτήσουν: αν είναι καλοί σε όλα, εύλογα· αν είναι ωραίοι, αναπόφευκτα· αν είναι εραστές, ευφρόσυνα· αν είναι ευφυείς, αν μη τι άλλο. Για τους ευφυείς θα τα πούμε παρακάτω.

Κι όμως, κορίτσια, γυναίκες, κυρίες, τα προνόμια τούς τρελαίνουν: οι άντρες είμαστε ψυχ και προβάλλουμε τη δική μας θεματάρα πάνω στην περίοδο σας και στην άβυσσο της ψυχής σας (πότε η κόλαση και ο πότε ο παράδεισος) που είναι, βεβαίως, η άβυσσος (και καλά) του κόλπου σας. Γιατί, αν αντιστρέψουμε το κατά Φρόυντ ζόρι του φαλλού, όλοι από κόλπο ξεπεταχτήκαμε αλλά οι άντρες δεν διαθέτουμε δικό μας. Και τον ψάχνουμε λέγοντας ότι ψάχνουμε να βρούμε την προέλευσή μας και το ποιοι είμαστε και τέτοια. Λες και είμαστε βρέφη που τρώνε, κοιμούνται, χέζονται. Κάποιοι είμαστε, τέλος πάντων, όμως ας αφήσουμε τα γιωσαφατλίκια κι ας πάμε πιο κάτω.

Οι άντρες γουστάρουμε να κατέχουμε. Κάνουμε και συλλογές. Κυρίως θέλουμε να κατέχουμε γυναίκες. Αν δεν μπορούμε να τις κατέχουμε, τότε ή τις περιφρονούμε (πουτάαανεεεες) ή τις πατρονάρουμε (κάτσε κορίτσι μου να σου πω λίγο τι σου συμβαίνει). Όταν τις κατέχουμε, τις περιφρονούμε (πουτάααανααααα) ή τις πατρονάρουμε (κάτσε κορίτσι μου να σου πω λίγο τι σου συμβαίνει).

Οι ευφυείς άντρες

Επίσης, γνωρίζω, φίλες μου, ότι πολλές από εσάς θέλετε να κάνετε σεξ με ευφυείς άντρες. Ως ευφυής άντρας, την καλωσορίζω αυτή την προτίμηση. Πέραν αυτού, αναγνωρίζω ότι οι ευφυείς άντρες είναι ευέλικτοι (αν και όχι ανατομικώς), γαμοεφευρετικοί, προγραμματικά μισόμουρλοι σε ό,τι κάνουνε και σεξουαλικά στοχοπροσηλωμένοι. Ακόμα και όταν έχουν εμμονές, τις διανθίζουνε με διάφορες παραλλαγές και πεταστές, κεντήματα κι υπορροές — κι έτσι περνάει ευχάριστα η ώρα σας. Τα δε βίτσια τους είναι τόσο ξεκούδουνα ή σύνθετα, που μπορείτε να συμμετέχετε σε αυτά σαν να είναι πολύπλοκη φάρσα ή χαρτοπαίγνιο με ακατανόητους κανόνες. Επίσης, πάντα σε πρακτικό επίπεδο μιλώντας, είναι ευχάριστη έκπληξη πόσο βοϊδάκια και γάτοι είναι οι ευφυείς άντρες, αν και λόγιοι, λογάδες και σκυθρωποί κατά κανόνα.

Παράλληλα, οι ευφυείς άντρες είναι πάντα λογάδες και σκυθρωποί, βαρείς κι ασήκωτοι — όταν δεν είναι πυγμαλίωνες και δεν θέλουνε να σας φτιάξουν όπως ντύνατε την κούκλα της Μανίνας οι άνω των σαράντα φίλες από εσάς (γιατί και σ’ εσάς απευθύνομαι, κυρίες μου). Μόνο που δεν θέλουνε να σας ντύσουν, άλλωστε και δεν ξέρουνε να ντύνονται οι ευφυείς άντρες και νομίζουν ότι το μυαλό αναπληρώνει τη μπουζού μπροστά τους και τα φούτερ της μαμάς πάνω τους: να σας ελέγχουνε θέλουν.

Αλλά κι όταν ακόμα δεν θέλουνε να σας ελέγχουν και να σας ποδηγετούν και γενικώς να σας κουμαντάρουν και να σας μανουβράρουν όπως τα τάνκερ στον Ορινόκο, είναι λίγο ανυπόφοροι. Είναι βαρείς και σκυθρωποί, διότι άνθρωπος που γελάει χαζός θα είναι, εκτός και αν γελάει με τη χαζαμάρα των αλλωνών. Με το που θα οργάσουν θα τους πιάσει γλωσσοδιάρροια και θα νοσταλγήσετε τον Βαγγέλη που μετά έπεφτε ξερός για ύπνο. Θα σας κάνουνε και mindfuck, που είναι πολύ κακό πράμα: γιατί είπες αυτό που είπες και γιατί λες ότι δεν εννοούσες αυτό που είπες αφού ήξερες ότι θα καταλάβω πως το είπες για να μην το πεις αλλιώς — και πάει λέγοντας.

Επίσης, αυτοί οι ευφυείς έχουνε συνήθως κάποιο έργο. Άσχετο αν εσείς δεν το βλέπετε ή δεν το καταλαβαίνετε ή δεν το θεωρείτε έργο: το έργο υπάρχει. Ε, πρέπει να το σέβεστε όσο και τον φαλλό τους. Ίσως και περισσότερο. Να ασχολείστε μαζί του και να το κατανοείτε αλλά και να το γουστάρετε. Να αντιλαμβάνεστε γιατί ο ευφυής ο άντρας θα γίνει ζωάκι και βοϊδάκι όχι γαμώντας σας αλλά και όταν μιλάει για το έργο του αντιπάλου (πάντα υπάρχουν αντίπαλοι, παντού, η ύπαρξή τους προσφέρει δόξα στον άνδρα) ή για τη γνώμη των επικριτών του. Να μη συγκατανεύετε απλώς, γιατί τότε θα είστε χαζογκομενίδι, να μην υπερθεματίζετε, γιατί θα είστε συζυγομανούλα και θα τους ευνουχίζει που τους θεοποιείτε: πρέπει να πολεμάτε στο πλευρό του, αλλά δύο βήματα πίσω. Όπως ορίζει το πρωτόκολλο.

Αυτά για σήμερα, νέες και λιγότερο νέες. Την άλλη βδομάδα θα μιλήσουμε για το παστίτσιο ως αφροδισιακό αλλά και ως απεικόνιση του οιδιπόδειου. Έως τότε, καλά κρασιά!

Πέντε σούτρες

1.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να κερδίσεις μια γυναίκα ή έναν άντρα. Ο καθένας μας έχει τους δικούς του. Τα πράγματα περιπλέκονται όταν θέλεις να την κρατήσεις ή να τον κρατήσεις. Αυτό είναι και το δύσκολο. Βεβαίως, για πολλούς το να κρατήσεις ένα ταίρι ταυτίζεται με την κτήση του αφού θα έχει προηγηθεί η λεγόμενη κατάκτησή του. Πώς θα επιτευχθεί η κτήση; Κι εδώ υπάρχουνε τρόποι πολλοί: η βία, η αστυνόμευση, ο πειθαναγκασμός, ο πατερναλισμός και άλλοι. Με το που θα εξασφαλιστεί η κτήση του άλλου και θα ανοίξει ο δρόμος στο φορτικό και άνυδρο «για πάντα», εξασφαλίζεται ταυτόχρονα και η απώλειά του: αυτή ή αυτός που κέρδισες είναι πλέον κτήμα σου. Και ως κτήμα χρειάζεται διαρκώς να του ασκείς βία, να το αστυνομεύεις, να το πειθαναγκάζεις, να το πατρονάρεις — απλώς και μόνο για να παραμείνει δίπλα σου, κοντά σου ή μαζί σου. Εσύ νομίζεις ότι αυτή η διαρκής διαδικασία είναι το γίγνεσθαι του έρωτα, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για τη διαρκή επαγρύπνηση ενός στρατού κατοχής ή μιας μηχανής προπαγάνδας. Ήδη το έχεις απωλέσει το ταίρι σου.

2.
Τον αδύναμο ή, χειρότερα, τον συντετριμμένο άνθρωπο δεν τον προσεγγίζεις με όρους δύναμης, αφού του πρώτου του λείπει και τον δεύτερο τον έχει συντρίψει. Δεν γίνεται να του ζητάς να «βρει τη δύναμη» και να την ασκήσει, δεν μπορεί να απαιτείς να συμμαζευτεί και να σοβαρευτεί και να αφήσει τις μαλακίες. Εν ολίγοις, δεν του ζητάς να πάει να κάνει αυτό ακριβώς που δεν μπορεί να κάνει. Πολλές φορές αυτό που καταπραΰνει και ενδυναμώνει τον αδύναμο να τον πλησιάσεις αφού παραιτηθείς από τη δική σου δύναμη.

3.
Δεν υπάρχουν καθολικές και παγκόσμιες συμβουλές. Κάθε παροχή μη-προσωπικής βοήθειας και χορήγηση γενικών συμβουλών που βοηθούν τους πάντες είναι φενάκη, κάθε κολυμβήθρα του Σιλωάμ όπου ξεπλένονται ολωνών οι νευρώσεις, ανασφάλειες, φόβοι, ακυρώσεις, ματαιώσεις, πόνος είναι γεμάτη νεράκι Καματερού. Από αυτή την άποψη, κάθε συμβουλή ουάν-σάιζ είναι είτε παουλοκοελική αστειότητα είτε απλώς επικίνδυνη.

4.
Η έμφαση στον πόνο του έρωτα είναι καλύτερη μόνον από την ενασχόληση με ανεκπλήρωτους έρωτες. Η έμφαση στον πόνο του έρωτα και η αντίληψη του έρωτα ως πόνου και δυστυχίας και τυράννου είναι θανατολαγνία: μοιάζει με το να έχει ζήσει κάποιος μια υπέροχη ζωή και εσύ να ασχολείσαι αποκλειστικά με τον θάνατό του. Βεβαίως, πολλές φορές αυτή η ενασχόληση είναι αναπόφευκτη, εάν λ.χ. η ζωή υπήρξε υπέροχη για ελάχιστο χρόνο και εάν ο θάνατος ήταν αργός και βασανιστικός κι επώδυνος. Αλλά δεν γίνεται εξ αρχής να ταυτίζουμε τον έρωτα με τον πόνο του τέλους του. Όσο για τους ανεκπλήρωτους έρωτες, τι άλλο είναι παρά εμμονική αφοσίωση στο μη πραγματικό; Αντιλαμβάνομαι ότι πολλές φορές στη ζωή μας υπάρχει χώρος για το μη πραγματικό, ενδεχομένως και για τίποτε άλλο. Αλλά για πόσο;

5.
Η αυτολύπηση και η αυτομεμψία είναι πανίσχυρα δηλητήρια. Σε μικρές και ελεγχόμενες ποσότητες είναι αποτελεσματικά φάρμακα, ιδίως κατά του σολιψισμού και κατά της φρεναπάτης ότι είμαστε το κέντρο του κόσμου. Σε μεγάλες ποσότητες απλώς σε παραλύουν και σε παραδίδουν βορά σε ό,τι ανελέητο και ανθρωποφαγικό υπάρχει.

Για μια τυπολογία του πέφτουλα

Στην προσπάθειά μου να μορφώσω κι εγώ τη νεολαία και να αναβιώσω, έστω κι ατελώς, τη Μεγάλη Χαρακτηρογραφία της Οδού Φραγκοκκλησιάς, είπα να μοιραστώ την πείρα μου μαζί σας.

Έχουμε και λέμε λοιπόν για σήμερα: οι τέσσερις βασικές κατηγορίες άντρα πέφτουλα.

Πρώτος είναι ο Κάπρος. Απαραίτητη διευκρίνιση: ο Κάπρος δεν είναι απαραίτητο να μοιάζει με κάπρο. Ενδεχομένως να είναι και συμπαθητικός, όπως είναι ο Πούμπα (ξέρω ότι ο Πούμπα είναι τάπιρος, μην κολλάτε σ’ αυτά). Ενδεχομένως ο Κάπρος να μην έχει καν προκοίλι 360 μοιρών. Πλην όμως, είναι κάπρος: εφορμά με ποδοβολητό ντουγρού πάνω στην άτυχη γυναίκα. Ευθεία. Και πάλι, βάλτε λίγη φαντασία: δεν ορμάει ντε και καλά να πέσει πάνω της και να την καβαλήσει, όπως όταν παίζουμε μακριά γαϊδούρα. Αλλά λ.χ. θα φύγει από τη μια μεριά του μπαρ, στην Πανόρμου κάπου, και ζμπρώχνοντας και λέγοντας ‘σ’γνώμη’ θα φτάσει στην απέναντι μεριά, κάτω από το καντήλι-άποψη που καίει εντοιχισμένο. Εκεί θα σταθεί, μπροστά στην ξανθή αγαπημένη παναγιά, και θα αρχίσει να της μιλάει. Ή θα κολλήσει πάνω της, τόσο όσο να της ζέχνει το χέιγκ στην καπρική ανάσα του. Ή θα της πει «να κεράσω τίποτα κοπελιάαα;» Τέτοια πράγματα, το αντίστοιχο του κάπρου που ορμά να ξεκοιλιάσει με τους χαυλιόδοντές του. Έτσι κι εδώ ο Κάπρος, με τον χαυλιόδοντα σε έπαρση κι ελπιδοφόρο. Ο Κάπρος, όταν είναι με άλλους αρσενικούς Κάπρους και βόσκει φραπέ στην Νέα Σμύρνη ή ανεβοκατεβαίνει εποχούμενος τις ωραίες μεγάλες λεωφόρους της πόλης μας, είναι αυτός που θα φωνάξει «τι μανάρα είσαι εσύ, μουνάρα μου;» (ή και «τι μουνάρα είσαι εσύ, μανάρα μου;»), «πώπωπωπωπωπωπω μια κωλάρα», «θα-στ-σκισ-στα-δύο», «τ’ είσαι συ μωρό μου;», «τούμπανοοοοοοο» κτλ. Όχι στα πλαίσια μιας μάτσο αγελαίας δεν ξέρω τι συμπεριφοράς ή ενός χομοσόσιαλ βαρβατέ μπρο κατιτίς. Όχι. Θα τα φωνάξει αυτά στη διερχόμενη που προκαλεί με το κολάν, το μίνι, το φορεματάκι το καλοκαιρινό, το μπουστάκι, το ινδικό μάξι, το τζην, το σακί λιπάσματος, την κελεμπία επειδή στ’ αλήθεια πιστεύει ότι αυτό είναι πέσιμο, ότι το αντικείμενο του στιγμιαίου και εφήμερου πόθου του θα σταματήσει ό,τι κάνει και θα έρθει να καθήσει στα γόνατά του να του τριφτεί, σαν γατί σε χέρι σαρδελόφορο. Ή ότι θα ρίξει ένα γερό σπριντ να κυνηγήσει το καγκουρομομπίλ στο οποίο επιβαίνει ο επιβήτορας κάπρος μέχρι να τον πιάσει («στάσου, μύγδαλα!», αλλά αντεστραμμένο). Ναι, το πιστεύει. Ότι έτσι βγάζεις γκόμενα. Γι’ αυτό είναι Κάπρος, porcus syagris, ή πώς τον έλεγε ο Οβελίξ.

Ακολουθεί ο Κυνηγός. Ο Κυνηγός είναι κυνηγός. Δηλαδή, αντίθετα με τον Κάπρο, ξέρει ότι υπάρχει κι άλλη προσέγγιση πέραν της κατά μέτωπον εφόρμησης και του κατά πάνω. Υπάρχει λ.χ. η παγάνα (αν και ο Κυνηγός είναι μοναχικός). Υπάρχει το καραούλι. Υπάρχει και το «βγαίνω στο χωράφι κι όποιον πάρουνε τα σκάγια» (σκάγια, όχι φλόκια, όχι ακόμα). Υπάρχει η ενέδρα με καμουφλάζ. Υπάρχουνε τέλος τα δόκανα, αλλά ο σωστός ο Κυνηγός είναι γυμναστηρίου, παίρνει και βοηθήματα, κάτι ματζούνια σφιχτικά ή έστω αυτές τις πρωτεϊνούχες σοκολάτες που έχουνε γεύση συκωτάκια-κοτομπουκιά. Ο Κυνηγός είναι με τισέρτ και φανελάκια τόσο όσο (γιατί άμα θες τέλειο σώμα, κοπελιά, υπάρχουνε και οι γκέιδες — χαχά). Άρα περιφρονεί εκ φύσεως ανδρικής το δόκανο και είναι της ενεργού δράσης: κυκλοφορεί, περιπολεί, ψάχνει. Κατοπτεύει τον χώρο, ο Κυνηγός δουλεύει με βάση το τεραίν: μαγαζί στο οποίο θα μπορεί να εξασκήσει το άθλημα, παραλία χωρίς πολλές οικογένειες αλλά όχι και ζευγαροχαρά, μπαρ για ψυχές απελπισμένες. Εκεί γραδάρει για θήραμα, επιλέγει κάποια όχι πολύ πάνω από τα κυβικά του αλλά όχι και σπουργίτι, μετά σημαδεύει και κάνει την κίνηση. Ο Κυνηγός, είπαμε, είναι πάνω απ’ όλα άντρας. Δηλαδή ξέρει. Δηλαδή έχει πολλές εμπειρίες και πολλές ιστορίες, όλες από το κυνήγι. Διαθέτει βεβαίως και κράχτες — γυαλί μαύρο μέσα στη νύχτα της παραλιακής, ducati δανεικιά, ρολόι ωραιότατο 3 χιλιάρικα, απαραίτητο για την αγαπημένη του ιστιοπλοΐα. Και ως Κυνηγός ξέρει: «του κυνηγού και του ψαρά το πιάτο, δέκα φορές είν’ αδειανό και μια φορά γεμάτο». Οπότε, καλού κακού, όπως ο κυνηγός ξέρει τον καλό τον εχέμυθο χασάπη με ορτύκια εκτροφής και φασιανό καλαμποκοθρεμμένο, έτσι ξέρει και αυτός 4-5 καλά μαγαζά στη Συγγρού που σερβίρουν φραπέ και παίζουνε κλαρίνο. Ο Κυνηγός πάντως έχει αυτό που έχει και ο Κάπρος: θάρρος. Ο Κυνηγός όμως έχει κι επιμονή — δεν τον τρομάζει η περιπλάνηση με το όπλο στο χέρι. Έχει πολλή επιμονή ο Κυνηγός. Πολλή. Υπομονή κι επιμονή.

Ιδανικά, ο Αρμάνης θα ζούσε σε έναν ασπρόμαυρο κόσμο, άντε, να πούμε σέπια. Έτσι θα τονιζόταν το γυαλί του, το μαλλί του το τίμιο και περιποιημένο, η επιμελώς ατημέλητη νάιντιζ αξυρισιά του ή το απαστράπτον ξύρισμα κόντρα και — πάνω απ’ όλα — η κουστουμιά. Η κομψότητα η ίδια. Το στυλ το σωστό το αντρικό. Κουστούμι ρε σεις. Διότι ο άντρας είναι κουστούμι (που τη λέει ‘κοστούμι’, γιατί ο Αρμάνης δεν είναι κανας κλαρινογαμπρός) και παπούτσια. Και το άσπρο το πουκάμισο από κάτω, που το σιδέρωνε η μάνα του μέχρι τελευταία στιγμή. Ο Αρμάνης συνήθως ξέρει ότι la veste met bas (και πού να το αφήσει άλλωστε, τρεις μισθούς τού κόστισε), γνωρίζει και ότι a gentleman will walk but never run, αναπόφευκτα με το σκαρπίνι-φέρετρο που φοράει. Κινείται αργά ο υπέρκομψος, αποφεύγει να μιλάει (το πολύ να πει κανα «καλησπέρα» χαμηλά στο κλειδί του φα) και δεν ακολουθεί ποτέ τον στόχο του, απλώς πλέει μέσα σε ένα σύννεφο κουλιάς και Dior, παραμένοντας μέσα στο οπτικό πεδίο της ύπαρξης που έχει βάλει στο μάτι. Αν υπάρξουν καθυστερήσεις κι άρχισει να γουργουρίζει ο στόμαχος, κοιτάει με νόημα προς την ύπαρξη, αφού βγάλει το γυαλί με το αριστερό χέρι, για να φανεί το ρολόι το σωστό, με λουρί πέτσινο και καντράν απροσδιόριστα κυριλέ. Κοιτάει με νόημα αλλά δεν κοιτάει ποτέ εκεί που την πέφτει, παρά πάντοτε δύο κλικ πιο αριστερά, να περνιέται για στραβισμός απολλώνιος ή για βλέμμα απλανές μοντέλου του Campari. Γιατί βεβαίως ο Αρμάνης πίνει negroni και δεν ιδρώνει. Ποτέ. Κι αν υπάρχει μπαλκόνι, κι εκεί negroni. Ή κάτι αντίστοιχα κουλ και ψαγμένο. Αν και χαρακτηρίσαμε πέφτουλα τον Αρμάνη, ο ίδιος δε θα το παραδεχτεί ποτέ: είναι απλώς ο κουλ και προσεκτικά συγκεκαλυμμένα αρτιστίκ εαυτός του. Είναι αυτός που είναι. Αν του κάτσει η ύπαρξη, φταίει η ακατάσχετη γοητεία του, το είναι του. Αν όχι, κύριος ήρθε και κύριος φεύγει.

Τέλος, ο Γκουρούς. Ο Γκουρούς είναι φαλακρός ή ασπρομάλλης, πολλές φορές και τα δύο. Ο Γκουρούς μιλάει αργά, με φωνή όλο άρθρωση σωστή — ή ψευδίζει καίρια. Ο Γκουρούς έχει μεγάλο κεφάλαιο, συνήθως μόνο πνευματικό, ντύνεται όπως να ‘ναι, γιατί έχει κεφάλαιο πνευματικό και ελεεινό γούστο, ενώ περιβάλλεται από αυλή μαθητριών του: τη Μάρθα, τη Μαρία και το Κακό Συναπάντημα — αυτή η τελευταία είναι κάποια με τσιριχτή φωνή και με αποστολή να αντιφωνεί τα μεγάλα και βαθιά και ευφυή χαριτολογήματα του Γκουρού, ώστε οι άλλες να τον κοιτάζουν απερίσπαστες με μάτια γουρλωμένα, παραπονεμένα. Ο Γκουρούς ξέρει τη ζωή, ξέρει και τα βιβλία. Ξέρει και τις γυναίκες, α, ναι! Ο Γκουρούς ξέρει. Ο Γκουρούς είναι ο Παλιός που μας έλεγαν στον Στρατό, ο αρχετυπικός. Όταν δεν χαριτολογεί, μιλάει για θέματα βαριά και σοβαρά, αλλά για λίγο και με τέμπο και με τέλειο κοντρόλ στη φωνή, τόσο όσο χρειάζεται για να φανεί το μέγεθος του μυαλού του. Ο Γκουρούς δεν κοιτάζει λιγούρικα, βοηθάει κι η πρεσβυωπία, ενώ αγαπάει το αλκοόλ και φροντίζει να το μοιράζεται απλόχερα ιδίως με αυτές τις 3-4 που έχει σταμπάρει. Γιατί, από όλους τους πέφτουλες, ο Γκουρούς είναι ο σοφότερος: δε βάζει ποτέ όλα τα αυγά του σε ένα καλάθι. Επίσης, προτιμάει τις παντρεμένες, αφού εκτός απροόπτου δεν έχουν απαιτήσεις ή τη δυνατότητα να γίνουν περισπάσεις. Άλλωστε ο Γκουρούς έχει πνευματικό κεφάλαιο: εξέδωσε μια ποιητική συλλογή στα 23 (είχε αφήσει έντονες εντυπώσεις), κάνει το διδακτορικό του από τον καιρό που ήταν υπουργός ο Κοντογιαννόπουλος, ενδεχομένως δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας, έχει παίξει στο θέατρο δίπλα στον Κιμούλη, γράφει σε σοβαρή αθηναϊκή εφημερίδα, μετέφρασε τα άπαντα του Λοκ αλλά δεν τα εξέδωσε γιατί δεν τον ικανοποιεί τελικά η μετάφρασή του. Στα νιάτα του ο Γκουρούς έλιωσε στο χερογλύκανο και στο φέιμους με πάγο, και τώρα αναπληρώνει όσο μπορεί: το μπόι που του λείπει το ‘χει σε μυαλό. Ή έτσι ακούγεται τουλάχιστον.