Κ και Κ

Μεγάλωσα σε μια εποχή στην οποία ο καρκίνος ήταν θανατική καταδίκη, ενώ το όνομά του ήταν άρρητο: έλεγαν τότε «η επάρατος» ή «μακρά ασθένεια». Βεβαίως έκτοτε έχουν περάσει δεκαετίες αλλά ο φόβος του καρκίνου παραμένει εντός μου, εξασθενημένος κι εκλογικευμένος μεν αλλά παραμένει: όταν δεν ξέρω τι είδους μετάλλαξη μπορεί να συμβαίνει αυτή τη στιγμή κάπου μέσα στο σώμα που είμαι εγώ, ψηλαφώ λεμφαδένες, αναρωτιέμαι αν κάποιος από τους σκατένιους HPV έχει πιάσει δουλειά ή αν το λίπωμα εκείνο είναι λίπωμα κτλ. Βεβαίως αυτή τη φοβία, που δεν χτυπάει ποτέ τυχαία ή στο άσχετο, έχει αρχίσει τελευταία να εξαχνώνεται.

Ωστόσο, πηγαίνοντας από τις φοβίες στις πραγματικότητες, μόνον εύκολη δεν είναι η παρουσία του καρκίνου. Αναλόγως του πού, πώς και γιατί εμφανίζεται αλλάζει τη ζωή σου. Στην καλύτερη περίπτωση σε αναγκάζει να αντικρύσεις τη θνητότητά σου, στη χειρότερη ― νομίζω ότι την ξέρουμε τη χειρότερη.

Αν πιάσουμε τον μέσο καρκινοπαθή (αστειότητες: δεν υπάρχει μέσος καρκινοπαθής κι αυτό είναι κάτι που δεν θέλουν ακόμα να καταλάβουν ούτε τα συστήματα υγείας ούτε η κοινή γνώμη), θα δούμε ότι στη ζωή του έρχεται και εδραιώνεται ένα δυσβάσταχτο βάρος ακόμα κι αν δεν έχουν υποστεί κάποιον χειρουργικό ακρωτηριασμό. Η ίδια τους η ύπαρξη βαραίνει και θαμπώνει ενώ ο χρόνος επιβραδύνεται αλλά όχι υπό το διαρκές παρόν της μακαριότητας. Εγκαθίστανται νέοι κύκλοι, νέες χρονικές περίοδοι: από εξετάσεις σε εξετάσεις στις καλές περιπτώσεις, από θεραπεία σε θεραπεία στις πιο δεινές. Η ζωή αποκτά βάρος, κάθε κίνηση της ψυχής γίνεται λίγο πιο δυσχερής. Μετράς χρόνια, στοιχηματίζεις πόσο έχεις ακόμα.

Σκεφτόμουν ότι σε αυτό δεν διαφέρει ο καρκίνος από την κατάθλιψη.

Πριν πάμε εκεί, όπως ο καρκίνος παλιότερα έτσι και η κατάθλιψη τώρα είναι ταμπού, κάτι που πρέπει να κρύψεις, κάτι το οποίο δεν θα σου συνέβαινε αν ξέρω γω σκεφτόσουν θετικά. Φυσικά η κατάθλιψη είναι ακόμα πιο λαχείο από τους περισσότερους καρκίνους, αλλά δεν βαριέσαι. Για τους περισσότερους από εμάς, και για τους ίδιους τους καταθλιπτικούς πολλές φορές, είτε εσύ φταις που έχεις κατάθλιψη, είτε η κατάθλιψη είναι κάτι που νικάει η θετική ενέργεια και σίγουρα αυτό το Κ είναι πηγή ενοχής.

Η κατάθλιψη κάνει την ίδια σου την ύπαρξη να βαραίνει και να θαμπώνει· και στην περίπτωση αυτή ο χρόνος επιβραδύνεται και οι ανάσες γίνονται δύσκολες. Εγκαθίστανται νέοι κύκλοι, νέες χρονικές περίοδοι φορτικές αβάσταχτες, ανούσιες: μια σπειροειδής κατάβαση προς έναν ελώδη θάνατο που σχεδόν λαχταράς. Η ζωή αποκτά βάρος, κάθε κίνηση της ψυχής γίνεται λίγο πιο δυσχερής. Επιπλέον σε συνθλίβει η ενοχή: γιατί να ζεις έτσι; δεν είναι δα ότι έχεις καρκίνο. Μια χαρά είσαι, γιατί δεν βγαίνεις έξω;

Υπάρχουνε λέει καρκίνοι για τους οποίους φταίει το γονιδίωμά σου, άλλοι για τους οποίους φταίει η ζωή που κάνεις, άλλοι που προκύπτουν από το ότι το γονιδίωμά σου δεν μπορεί να σηκώσει τη ζωή που κάνεις κι άλλοι από καθαρή κι ανόθευτη γκαντεμιά. Κάπως έτσι είναι και η κατάθλιψη.

Ο καρκίνος κατατρώει ιστούς κι όργανα και στο τέλος καταβάλλει το πνεύμα (ο πόνος είναι πανίσχυρος κι ανελέητος, η εξιδανίκευσή του είναι να ‘χαμε να λέγαμε), η βιοχημική ανισορροπία που είναι η κατάθλιψη κατατρώει απευθείας την έδρα του πνεύματος και η χρόνια κατάθλιψη θα ροκανίσει στο τέλος ό,τι κινούν τα νεύρα.

Μια μέρα θα καταλάβει ο κόσμος ότι η κατάθλιψη είναι κάτι σαν τον καρκίνο: δεν είναι μόνο μία, δεν είναι πάντα ίδια, αν την αφήσεις θα σε σκοτώσει. Προς το παρόν βεβαίως προσπαθούμε να πείσουμε τον κόσμο να εμβολιάζει τα παιδιά του για ιλαρά και για όλα τ’ άλλα.

Είδωλα

Πέταξα πάνω από την Κεντρική Ασία για δύο ώρες, πάνω από αλλεπάλληλα γυμνά κι άδεντρα βουνά, αχανείς κατάξερους τόπους και από κενά τοπία πιο στεγνά κι από την απελπισία και σκέφτηκα

Αυτός είναι ο ήλιος σας

Είδα τη θολή κι ανακατεμένη θάλασσα αξεχώριστη από τα σύννεφα να βράζει, χωρίς ορίζοντα και χωρίς έλεος, να ξερνάει ξεσκλίδια και βρωμιά και σκέφτηκα

Αυτή είναι η θάλασσά σας

Είδα παιδιά να σβήνουν στον πόνο του καρκίνου και είδα άλλα παιδιά με συγγενείς παραμορφώσεις χωρίς έλεος και χωρίς γιατρειά και σκέφτηκα

Αυτός είναι ο Θεός σας.

Διάβασα για τις θηριωδίες και την καταστολή και τις σφαγές που έφεραν ηρωικά σε πέρας ο στρατός και τα σώματα ασφαλείας μας και σκέφτηκα

Αυτή είναι η Ελλάδα σας, το δεινότερο από όλα τα είδωλα.

*

Κι όλα τα παραπάνω είδωλα δεν είναι παρά θάνατος.

*

Μεγάλωσα σε μια χώρα στην οποία ξεκινάς Σαββόπουλος του ροκ και της επανάστασης και πεθαίνεις Σαββόπουλος του Θεού και του έθνους.

Μεγάλωσα σε μια χώρα στην οποία ξεκινάς Ελύτης της λαχτάρας και του ονείρου και πεθαίνεις Ελύτης της Ελλάδας και του Αντώνη Σαμαρά (που τα συγκεφαλαιώνει όλα).

Μεγάλωσα σε μια χώρα όπου ξεκινάς λεξισπάστης και λογοτόμος και καταλήγεις ήμερο γεροντάκι που πήρε ρασοευχή και χαίρεται.

Μεγάλωσα σε μια χώρα όπου ζωγραφίζεις την τρέλα και τον πόνο και την εξέγερση (του σώματος ή των κολασμένων της γης) και καταλήγεις να γεμίζεις γκαλερί με διακοσμητικές ζουγραφιές για μαικήνες.

*

Μόνο κάτι αδερφές και κάτι εκ πεποιθήσεως πουτάνες και κάτι τρελοί μπητ, πάνκηδες και παλαιοροκάδες δεν γονατίζουν μπροστά στα είδωλα και μένουν όρθιοι και παλαβοί και άγρυπνοι μέχρι το τέλος· τη γλύτωσε στο τσακ και ο Μίκης ψελλίζοντας στο ΚΚΕ «μνήσθητί μου εν τη Βασιλεία σου» πριν πεθάνει.

Κάτι πράγματα μικρά

Κοινότοπα πράγματα σκέφτομαι·

ότι είναι αναγκαίο να κάνεις αυτό που σου λέει η περδικούλα σου, όμως αυτό προϋποθέτει ότι ακούς τι σου λέει η περδικούλα σου·

ότι οι απλές ερμηνείες και οι προφανείς εξηγήσεις δεν δουλεύουν στην περίπτωση των ανθρώπων αφού οι άνθρωποι είναι μυστήριες και ακατανόητες μηχανές, ακόμα κι όταν επιλέγουν να είναι μηχανές·

ότι κανείς δεν μπορεί να σε βοηθήσει, φίλε μου, όταν επιλέγεις να του πεις τη λάθος ιστορία κι ότι ένας τρόπος να διορθωθεί αυτό είναι να πεις πολλές εκδοχές της ίδιας ιστορίας, είτε είναι λάθος είτε όχι·

ότι ο εγωισμός του πρωταγωνιστή τελενοβέλας είναι χαριτωμένος ή άντε αποδεκτός μόνον αν ζεις μέσα σε τελενοβέλα, στην οποία όμως κανείς δεν ζει εκτός από κακοστημένα σκηνικά·

ότι οι μεταμέλειες, ιδίως οι περιττές, είναι φτηνό ναρκωτικό: ναρκωτικό μεν, φτηνό δε·

ότι έρχεται η στιγμή να αρχίσει να παιδιαρίζει κανείς όταν ακριβώς του φανεί ανυπόφορη η νεολαία (η τσογλανοπαρέα που κάνει κριτική κτλ.)·

ότι όλοι έχουμε θέματα δικά μας (και κάποιοι θεματάρες) όμως από μια ηλικία και μετά δεν δικαιολογούν καμμία καφρίλα και καμμία ρουφιανιά και κανένα ξεφτιλίκι: τα χρεωνόμαστε, πορευόμαστε με αυτά και τα διαχειριζόμαστε με σύνεση και πόνο·

ότι όποιος περιφρονεί τα ερωτικά πάθη και τα θεωρεί ευτελή είναι προορισμένος για την ξινίλα και μπαγιατίλα·

ότι δεν χρειάζεται να εξιδανικεύουμε ό,τι βρούμε μπροστά μας ώστε και καλά να επιβιώσουμε: μπορούμε να πάρουμε τη ζωή όπως μας έρχεται μήπως και χαρούμε κιόλας·

ότι άνθρωποι σαν κι εμένα ποτέ δεν ήθελαν να είναι το μέλλον, παρά το blast from the past που θα διαμορφώσει το μέλλον, έστω και λίγο.