Τα δύο άκρα αν δεν τα βρεις, τα φτιάχνεις

Ασχοληθείτε με ό,τι ασχολείστε ενώ ο Άδωνις Γεωργιάδης, μελλοντικός πρωθυπουργός και «μετριοπαθέστερος πάντως από τον Βορίδη», συγκρίνει σε τουίτ τη Μάγδα Φύσσα με τον Χάρη Παπαθανασόπουλο.

Τον αντιφασίστα γιο της Φύσσα τον εκτέλεσε ναζιστική συμμορία, πρωτοδίκως εγκληματική οργάνωση, αλλά βεβαίως την καθυβρίζει και τη λοιδωρεί με κάθε αφορμή όλη η φασιστική μούργα και όλη η ακροκεντρώα λίγδα που έχει μαζέψει ο τόπος. Συνέπεια της δολοφονίας αυτής ήταν πάντως να οδηγηθούν κάποιοι ναζί στη φυλακή.

Την κόρη του Παπαθανασόπουλου την έκαψαν ζωντανή κουκουλοφόροι μάλλον ασφαλίτες μέσα στη Μαρφίν στις 5.5.2010. Πέρα από όσα λέγονται περί πυρασφάλειας κτλ., τη μολότοφ την πέταξε κάποιος που παραμένει ασύλληπτος ― λέτε να μην τον είχαν βρει και καταδικάσει αν δεν ήταν ασφαλίτης; Συνέπεια πάντως της δολοφονίας αυτής ήταν να σπιλωθεί ένα ολόκληρο κίνημα και να αποκτήσει και η Δεξιά καινούργιους μάρτυρες: εντελώς ακούσιους μάρτυρες μεν, μάρτυρες δε.

(Διότι, κύριε Άκη Γαβριηλίδη μου, η νεκροφιλία δεν είναι προνόμιο της ελληνικής Αριστεράς αλλά και κάθε αυθεντίας που επιθυμεί να νομιμοποιείται στα μάτια των αντιπάλων της διά της ιερότητας του πένθους, διά του οίκτου για τους πενθούντες και διά της αυθεντίας του θανάτου. Άλλωστε οι πεθαμένοι της Ρωμιοσύνης του Ρίτσου που κρατάνε της καμπάνας το σχοινί κτλ. τι άλλο είναι παρά λυρική απάντηση στην ελληνική Δεξιά που ανακήρυσσε μαζικά μάρτυρες των εαμοσλαύων και του κομμουνιστοσυμμοριτισμού ήδη από το 1946; )

Τι λέει λοιπόν ο ημιμαθής, καιροσκόπος και κατά τα άλλα «φαιδρός» και «τηλεβιβλιοπώλης» αντιπρόεδρος της ΝΔ και υπουργός; Ότι τον εκλιπόντα κύριο Παπαθανασόπουλο «δεν τον είδαμε σε κανένα κανάλι να ουρλιάζει και να οδύρεται, δεν τον είδαμε να ηγείται πορείας, δεν τον είδαμε να βρίζει και να ασχημονεί, δεν τον είδαμε να αντιδικεί» ― αντίθετα βεβαίως από τη Μάγδα Φύσσα.

Για τον Γεωργιάδη και τη συνοδεία του δεν είναι αρκετή η κατασκύλευση της μνήμης των τριών νεκρών της ΜΑΡΦΙΝ επί 12 ολόκληρα χρόνια, στην οποία κατασκύλευση συνεργός είναι και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας με τη χυδαία μαρμαρόπλακα νεκροταφείου που αποκάλυψε πάνω στο πεζοδρόμιο της Σταδίου και η οποία μας καλεί όλους κι όλες να γίνουμε πρόβατα εν ονόματι της εθνικής ομοψυχίας και να μη διχογνωμούμε. Έπρεπε λοιπόν να αναδειχθεί (και μάλιστα μετά θάνατον) ένας χαροκαμένος και ανείπωτα πικραμένος άνθρωπος, ο Χ. Παπαθανασόπουλος, ως μάρτυρας και αυτός της ομοψυχίας και της συμμόρφωσης στο όνομα της μόνης ιδεολογίας που προβλέπεται. Έπρεπε να γίνει κι αυτός καρικατούρα καρτερίας και σεβαστικότητας, ειδωμένος αυθαίρετα ως τάχα ο αντίποδας της Μάγδας Φύσσα. Αν δεν γίνεται αντιληπτό το βάθος της αγυρτείας και η έκταση της τυμβωρυχίας…

Αυτοί οι άνθρωποι κυβερνάνε τέσσερα χρόνια και χάρη στην αποπληκτικώς βαρειά αβελτηρία του νωθρού και αποπροσανατολισμένου ΣΥΡΙΖΑ (που θέλει να γίνει ΠΑΣΟΚ ’85, τρομάρα) θα κυβερνήσουν στάνταρ άλλα τέσσερα χρόνια. Εκεί λοιπόν στο 2027 θα συζητάμε αν επιτρέπεται να διαφωνούμε με την Εθνική Κυβέρνηση, αφού ήδη το 2023 εμπεδώσαμε ότι όταν μας σφάζουν το παιδί ναζί εγκληματίες πρέπει να καθόμαστε σιωπηλές κουκλίτσες, μην τυχόν μας κακολογήσουν τίποτε νοικοκυραίοι, μην τυχόν κατηγορηθούμε ότι είμαστε φορείς «του τυφλού μίσους που γεννά ο διχασμός».

Με αφορμή το TÁR

στον Πάνο Μιχαήλ

I

Διάβασα σε μια καταγέλαστη απόπειρα κριτικής της ταινίας:

«Αλλά, αν βγάλεις το κωμικό name dropping από συμφωνίες μέχρι μουσικές σχολές, τι μένει;»

Σκέφτηκα τον Νονό 2:

«Αλλά, αν βγάλεις το κωμικό name dropping από πολιτικούς μέχρι μαφιόζικες οικογένειες, τι μένει;»

Και ούτω καθεξής.

Κουτά μου και λίγο παιδιά, δεν μπορεί η τέχνη να είναι αποκλειστικά δύσκολη ή κι ακαδημαϊκή, και δεν χρειάζεται κιόλας. Ωστόσο υπάρχει και ακαδημαϊκή τέχνη, και υπάρχει για κάποιον λόγο: πρέπει να έχουν κάτι με το οποίο θα αναμετρηθούν και θα παίξουν το νταντά, η πανκ και η τραπ του κόσμου τούτου.

II

«Tyranny is the deliberate removal of nuance.» Albert Maysles.

Με άλλα λόγια, η αποκλειστικώς ιδεολογική επεξεργασία κάθε πράγματος που βλέπουμε, ακούμε ή διαβάζουμε αποτελεί χούι ικανό κάποια στιγμή να μας οδηγήσει στη βαρβαρότητα.

Η φαντασίωση δεν είναι πραγματικότητα· τα έργα δεν είναι μανιφέστα, τσελέμεντέδες ή οδηγίες χρήσεως.

ΙΙΙ

«The narcissism of small differences leads to the most boring kind of conformity.» Lydia Tár

Η αγαλματώδης παρουσία του περασμένου έπους

Από αρχαιοτάτων χρόνων, όσο και να ψάξει κανείς την ελληνική κι ελληνόφωνη κουλτούρα όπως τις εικαστικές δημιουργίες, τα κείμενα, ακόμα και τη μουσική, θα διαπιστώσει ότι απουσιάζουν βροντερά κι αμετάκλητα και η τρυφή και η απόλαυση αλλά και η τρυφερότητα που δεν απευθύνεται σε ταίρι ή στο αίμα σου.

Κάθε φευγαλέα και περιθωριακή αναπαράσταση ηδονικών και τρυφηλών καταστάσεων ή διαθέσεων, κάθε τι μυρωμένο ή ευφρόσυνα λαγνικό, κάθε γέλιο και απλή ένσαρκη χαρά επισκιάζονται από κάτι μεγάλο και βαρύ. Μέσα στα ελληνικά συμφραζόμενα, στη φιλία ως χαρά και στον έρωτα ως απόλαυση επιβάλλεται αργά ή γρήγορα η κατά Εμπειρίκο αγαλματώδης παρουσία του περασμένου έπους.

Αν όχι η λαίλαπα του πάθους και η ματαίωση, αν όχι η μοίρα κι οι θεοί και το καθήκον, η γελοιότητα του βίου και η ματαιότητα του βίου ή το κυνήγι της εξουσίας, τότε η βεβαιότητα του χωρισμού ή του θανάτου θα έρθει επιτέλους να καταργήσει κάθε φλωριά και κάθε γούστο, να απαξιώσει κάθε λαγνική σύνδεση και την τρυφερή ελαφρότητα της εφήμερης σύζευξης, να ακυρώσει αναδρομικά την κατά Έλιοτ awful daring of a moment’s surrender, which an age of prudence can never retract. Η χαρά είναι μέθη, από την οποία μάλιστα οφείλουμε να ξενερώσουμε γρήγορα κι οριστικά.

Τίποτε παιγνιώδες αλλά και τίποτε μυρωμένο, κανένα βροντερό γέλιο αλλά και τίποτα που να καταφάσκει τη χαρά του σώματος χωρίς προεκτάσεις δεν θα βρείτε στην ελληνική δημιουργία, πέρα από κάτι λίγα στην Παλατινή Ανθολογία, πέρα από τον Ροΐδη ή το τρεμάμενο βλέμμα του Καβάφη. Τα υπόλοιπα είναι πάρα πολύ σοβαρά: Ιππόλυτος και Φαίδρα, καταδικασμένη καψούρα, Μήδεια και Ιάσονας, εξιδανικευμένη γυμνότητα, η Θεοτόκος Παρθένος, αγάπες που θα ξεκάνει η μοίρα, η Μοσχούλα κι ο βοσκός, κλέος και αγιότητα, Αλί Πασάς και Φροσύνη, κοσμική αγιογραφία, το κορίτσι με τα μαύρα κι ο Χορν ― και πάει λέγοντας. Οτιδήποτε παιγνιώδες, χαριτωμένο κι ιλαρό είναι ασόβαρο κι ανάξιο λόγου ή αναπαράστασης. Ακόμα και στις τσόντες που έβγαλε αυτός ο τόπος είτε η ερωτοπραξία εντάσσεται μέσα στη φαρσοκωμωδία είτε στο τέλος τις παίρνει όλες ο διάολος.

Για του λόγου το αληθές, φανταστείτε ότι θέλετε να φτιάξετε έναν χώρο που να αναδεικνύει και να εορτάζει την ηδονή, τη χαρά ή το γέλιο. Πού θα καταφύγετε εικονογραφικά; Στους Ινδούς, στα γιαπωνέζικα shunga, σε κάποιες περσικές μικρογραφίες, στην Μπελ Επόκ, στην κινέζικη ερότικα, στα σκίτσα Αϊζενστάιν και τα παρόμοια, στον Bécat και τους επιγόνους του τον 20ο αιώνα, στη Γερμανία της Βαϊμάρης… Ακόμα και στα ερυθρόμορφα αγγεία των αρχαίων οι ερωτικές αναπαραστάσεις είναι στο πλαίσιο της μέθης, που λέγαμε, συνήθως από νερωμένο κρασί των Μεσογείων.

Έπειτα αναρωτηθείτε: πώς μιλάνε τα ελληνικά τραγούδια για το σεξ με εξαίρεση την τραπ, ή για τη χαρά, με εξαίρεση κάποια ποπάκια; Τέλος πείτε μου αν υπάρχει «κανονική» λογοτεχνία από τον Όμηρο μέχρι τον Βακαλόπουλο που να είναι αστεία χωρίς να είναι σάτιρα, χωρίς να αποσκοπεί στο να στηλιτεύσει και να καταγγείλει.

Δεν είναι ίσως να απορεί κανείς με το περίσσευμα αγριότητας που προκύπτει από την αλληλεπίδραση μας με τον δημόσιο χώρο, πραγματικό και συμβολικό. Αυτοί είμαστε: ακριβοί στην εξέγερση και φτηνοί στους ψόφους, ιδίως αν απευθύνονται σε φτωχούς κι ανήμπορους.